Οι Πόντιοι της Πόρπης

Οι Πόντιοι της Πόρπης

    Θυμάμαι τον παππού Γιάννη Κουμανίδη με τη σύζυγό του Χαρίκλεια και την πολυμελή οικογένειά τους. Δυναμικός και στιβαρός παππούς, με τη φήμη του πολύ καλού κολυμβητή και λάτρη της θάλασσας, έδινε την εικόνα ενός ανθρώπου που «έφαγε τη ζωή με το κουτάλι», που ήξερε να ζει, ήξερε να αστειεύεται αλλά μπορούσε και να θυμώσει και να μην αστειεύεται. Ήταν με την τραγιάσκα πάντα στο κεφάλι του (γι’ αυτό οι Μουσουλμάνοι φίλοι του τον προσφωνούσαν Καλπακλή), με ευρωπαϊκό ντύσιμο, ενώ οι περισσότεροι  παππούδες τότε φορούσαν «ποτούρια». Αλλά αυτό που τον ξεχώριζε περισσότερο ήταν το βαρύ παράξενο ιδίωμα που μιλούσε. Δεν ήταν ακριβώς ποντιακά αλλά μια μίξη νέων ελληνικών και ποντιακών, το ιδίωμα των Σιναπλιωτών, όπως έμαθα αργότερα. Ήταν η μοναδική ποντιακή οικογένεια του χωριού και την έχτισε στη βόρεια άκρη του χωριού. Τι οικογένεια, όμως! Επτά παιδιά, πέντε αγόρια και δυο κορίτσια, γεννημένα όλα σε δύσκολη εποχή, μέσα στη δίνη της προσφυγιάς και της εγκατάστασης στην καινούρια πατρίδα.

Κουμανιδέικο

Ο Λάζαρος, ο Διαμαντής, η Μαρίκα δημιούργησαν οικογένειες κι έζησαν στην Πόρπη. Το ίδιο και ο Σάββας και ο Κώστας. Αργότερα μετοίκησαν. Στην Αυστραλία ο πρώτος, στην Κομοτηνή ο δεύτερος. Ο Ανδρέας στην Ξάνθη, η Χρυσούλα παντρεύτηκε στην Αίγειρο. Έτσι, η οικογένεια Κουμανίδη απέκτησε ρίζες και κλαδιά και σήμερα έχει πολλαπλασιαστεί.

Μικρός κόσμος  Ή  μικρός κάμπος;

    Τι μικρός είναι ο κόσμος! Ψάχνοντας στο διαδίκτυο ανακάλυψα σελίδα του facebook για τον Μικρόκαμπο Δράμας. Ενός χωριού με στενές σχέσεις με την Πόρπη. Από εδώ είναι οι σύζυγοι των αδερφών Μήλιογλου, του Μίμη και του Παναγή και,  νομίζω, και του Κώστα, η Γεωργία. Από εδώ και η σύζυγος του Σάββα Κουμανίδη, μητέρα της συγχωριανής μας Αναστασίας, Παλάσα Παπαδοπούλου, που τώρα ζουν στην Αυστραλία. Απ’ ότι είδα μάλιστα η Αναστασία δραστηριοποιείται όταν επισκέπτεται την Ελλάδα και  έχει στενές σχέσεις με το Μικρόκαμπο. Συμμετέχει ενεργά στα δρώμενα του χωριού, όπως θα διαπιστώσετε αν επισκεφτείτε τη σελίδα του χωριού. (https://www.facebook.com/B.G.ZOUR/ Από το Σταυράν Σινώπης στο Μικρόκαμπο Δράμας). Οι δεσμοί όμως του μικρού αυτού χωριού της Δράμας με την Πόρπη είναι ακόμη παλαιότεροι. Οι κάτοικοί του, Πόντιοι πρόσφυγες από τη Σινώπη (από το χωριό Σταυράν συγκεκριμένα) ήταν συγχωριανοί με το γενάρχη της μοναδικής ποντιακής οικογένειας που εγκαταστάθηκε στο χωριό μας, του Ιωάννη Κουμανίδη.

12088387_1048388691847926_3572487467628194276_n

    Από τη Σινώπη, λοιπόν, ο παππούς Γιάννης και από εκεί, επίσης, από τη γειτονιά του Αη Γιάννη η σύζυγός του Χαρίκλεια, έφτασαν μετά από πολλές περιπέτειες, που εξιστορούνται παρακάτω, στην Ελλάδα, αλλά δεν εγκαταστάθηκαν στον Μικρόκαμπο. Εγκαταστάθηκαν μαζί με 5-6 άλλες οικογένειες Σταυρανιτών στην Καλύβα ή Κάλοβο ή –γνωστότερο- Νεοχώρι Δράμας, τότε. Αργότερα, από το 1928 που δημιουργήθηκε νομός Ξάνθης ανήκει σ’ αυτόν. Εκεί έζησε κάποια χρόνια, διατελώντας μάλιστα και Πρόεδρος στην τοπική κοινότητα για λίγο διάστημα. Από εκεί, μπορεί κανείς εύκολα να υποθέσει ότι έγινε η «προξενιά» για την οριστική εγκατάσταση στην Πόρπη. Πολλοί Νεοχωρίτες, Μικρασιάτες κυρίως, μετακινήθηκαν στην Πόρπη, κυρίως λόγω του μεγάλου κλήρου που έδινε η Ε.Α.Π. Από την περιοχή αυτή ήρθαν οι οικογένειες Μπεγιάζη, Κοντονικολάου, Κουμπουτζή Εκεί γεννήθηκε ο Κώστας Κοντονικολάου κι ο Μιχάλης Κουμπουτζής, κι ο Δημήτρης Δεληβασίλης και άλλοι. Από εκεί ήρθαν στην Πόρπη πολλές νύφες (μόνο 5 αδερφές παντρεύτηκαν Πορπιώτες, οι σύζυγοι των: Πασχάλη Ελευθεράκη, Δημήτρη Κατσίκα, παπα- Αντώνη Λιάκου, Παναγιώτη Ντιμπαμπή και Μήτσου Μαστοράκη!!!)

    Στη διάρκεια της μικρής μου έρευνας, ήρθα σε επαφή με έναν εξαίρετο  κύριο, λάτρη της προγονικής παράδοσης και του τόπου του, τον Βασίλη Ζουρνατζίδη. Ασχολείται από το 1980 με την καταγραφή ιστορικών στοιχείων που αφορούν το χωριό του και σε λίγο, όπως μου είπε, θα εκδώσει ένα μικρό πόνημα – βιβλίο, στο οποίο θα περάσει όλη την Ιστορία των προγόνων του. Πολλά λοιπόν στοιχεία από την αναφορά στην οικογένεια Κουμανίδη είναι πνευματική ιδιοκτησία του κ. Ζουρνατζίδη, τον οποίο ευχαριστώ βαθύτατα. Γνωρίζει την Πόρπη, έχει έρθει σε επαφή με κάποια μέλη της οικογένειας Κουμανίδη, ενώ ο αδερφός του πριν πολλά χρόνια αναγνώρισε τη γιαγιά Χαρίκλεια από «τη βαριά Σιναπλήδικη προφορά της», το γλωσσικό ιδίωμα της Σινώπης που ακούγαμε κι από τον παππού Γιάννη Κουμανίδη και μας παραξένευε!

H ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΜΙΚΡΟΚΑΜΠΟΥ

11214222_1676138669329783_3258969037528516547_n         του Βασίλη Ζουρνατζίδη

Το ιστορικό της καταγραφής

Από μικρό παιδί μου άρεσε να ακούω ιστορίες από την Σινώπη. Κάτω από το φως της γκαζόλαμπας και δίπλα στην καρβουνόσομπα, η γιαγιά μας μιλούσε συνεχώς για ΑΥΤΗΝ. Δάκρυα νοσταλγίας έτρεχαν από τα μάτια της, σε κάθε αφήγηση. “Πέραναμε καλά μωρά μου, μας έλεγε. Είχαμε την σειρά μας, τα δουλείες μας. Τα χαρές και τα λύπες τα μοιράζουσαμεστηνε με τους Τούρκους συγχωριανούς μας. Ολα αυτά όμως, μέχρι το 1914. Τότες ηρτεν μία διαταγή και έστειλαν μας ΕΞΟΡΙΑ σην ΣΑΦΡΑΜΠΟΛΗ

Κάπως έτσι ξεκίνησα να καταγράφω την Ιστορία των προγόνων μας. Αρχικά στο μυαλό και αργότερα-το 1983-με ένα μαγνητόφωνο στο χέρι, γυρνούσα μέσα στο χωριό και έπαιρνα συνεντεύξεις. Οι αφηγήσεις των ανθρώπων που ήρθαν από την Τουρκία αλλά και αυτών που είχαν τα ΠΡΩΤΑ ακούσματα, είναι αυτά που στην συνέχεια θα αναφέρω.
Τα όσα γράφω είναι λίγο ΥΠΟΚΕΙΜΕΝΙΚΑ, γιατί προέρχονται από μαρτυρίες συγγενικών μου προσώπων (κυρίως). Αν όμως, ο καθένας της γενιάς μου ή και μεγαλύτερος, κρατούσε στοιχεία από δικούς του ανθρώπους, σήμερα θα είχαμε μια πιο ξεκάθαρη εικόνα. Ψάχνοντας, μέσα από το πολιτιστικό σύλλογο Μικροκάμπου για Σιναπλήδες επισκεφτήκαμε διάφορα μέρη: ΠΤΟΛΕΜΑΙΔΑ, ΠΛΑΤΥ, ΞΑΝΘΗ, ΠΡΕΒΕΖΑ. Δεν βρήκαμε πουθενά ομοιότητες σε γλώσσα, χορούς, τραγούδια. Πολλές ομοιότητες στην γλώσσα έχουμε με Κύπριους και Κρητικούς. Πολλές ομοιότητες στους χορούς με τούς Μικρασιάτες. ΕΙΜΑΣΤΕ ΕΝΑ ΧΩΡΙΟ ΑΝΑΔΕΛΦΟ!!!. Δεν είμαι Ιστορικός, σχολή λογιστών τελείωσα και ήθελα τα όποια στοιχεία μάζεψα να τα παραδώσω στις νεώτερες γενιές. Ίσως αυτοί τα αξιοποιήσουν καλύτερα, με την δυνατότητα που τούς παρέχει το διαδίκτυο και εμπλουτίσουν κι άλλο την ιστορία μας. Επίσης τα αφήνω σαν παρακαταθήκη σε όλους τους νέους και νέες του χωριού μου. ΚΥΡΙΩΣ όμως στις κόρες μου ΧΡΥΣΟΥΛΑ και ΣΟΦΙΑ, στις εγγονές μου ΕΥΘΥΜΙΑ,ΑΛΕΞΑΝΤΡΑ και ΜΑΡΙΛΕΝΑ και στις οικογένειές τους….

Η ΖΩΗ ΣΤΟ ΣΤΑΥΡΑΝ

    Ένα χωριό νότια της Σινώπης ήταν το ΣΤΑΥΡΑΝ ή HATZIOGLOU. XATZ στα Τούρκικα είναι ο ΣΤΑΥΡΟΣ. Άλλοι το έλεγαν Προφήτη Ηλία, εξαιτίας της ομώνυμης εκκλησίας του χωριού. (Στο στεφανοχάρτι της γιαγιάς μου ΣΟΥΛΤΑΝΑΣ ΣΙΔΗΡΟΠΟΥΛΟΥ αναφέρεται με την Τούρκικη ονομασία). Στο χωριό υπήρχαν 100 οικογένειες, από τις οποίες οι 70 ήταν Ελληνικές και οι 30 Τούρκικες. Γύρω από το χωριό υπήρχαν 4-5 τσιφλίκια, με Έλληνες ιδιοκτήτες. Ένα από αυτά ήταν το Αγατσόρι. Τους Τσιφλικάδες τους αποκαλούσαν Λάζους. Ενας από αυτούς ήταν ο παππούς μου ΧΑΤΖΗΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ-ΖΟΥΡΝΑΤΖΙΔΗΣ ΚΩΝ|ΝΟΣ. Το ΣΤΑΥΡΑΝ απείχε 17 χλμ. από την ΣΙΝΩΠΗ και 5 χλμ. από την ΜΑΥΡΗ θάλασσα. Τα πιο κοντινά Ελληνικά χωριά ήταν ο ΑΓ.ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ, η ΑΓ.ΚΥΡΙΑΚΗ και το ΟΡΤΑΚΙΟΊ (Μεσοχώρι). Ήταν κτισμένο σε πεδιάδα, με ομαλούς λοφίσκους και σύμφωνα με τις μαρτυρίες δεν έβρισκες πέτρα στο έδαφος. Είχε μικρά δασύλλια και οι κάτοικοι ασχολούνταν με την παραγωγή ΚΑΠΝΩΝ, ΣΙΤΗΡΩΝ και ΑΜΠΕΛΙΩΝ. Στην άκρη του χωριού έχτισαν την εκκλησία του προφ. Ηλία και το προαύλιο ήταν γεμάτο από μεγάλα δέντρα. Κάθε χρόνο, στις 20 Ιουλίου, γινόταν πανηγύρι. Έστηναν καζάνια εκεί έψηναν φαγητά για τους επισκέπτες. Η συμμετοχή ήταν καθολική. Άλλος έφερνε κοτόπουλα, άλλος κασκάκι, άλλος βούτυρο, λάδια, ψωμιά κτλ. Πλήθη κόσμου, από τα γύρω χωριά και πόλεις συνέρρεαν για να γιορτάσουν. Από Σινώπη, Σαμψούντα έρχονταν συγγενείς και έμεναν και το βράδυ. Μετά την Θεία Λειτουργία και το φαΐ στο προαύλιο της εκκλησίας, άρχιζε το γλέντι. Έφερναν βιολιά από την Αγ. Κυριακή (ήταν ξακουστοί), αλλά και οι ίδιοι έπαιζαν Λαούτο, κεμεντζέ, ζουρνάδες και χόρευαν μέχρι το πρωί. Στον ίδιο χώρο είχαν στημένα και ΝΤΟΥΛΑΠΙΑ (κούνιες κρεμασμένες σε στεφάνι, που έμπαινε σε ένα κεντρικό στύλο). Κάθονταν τα παιδιά και ο μπάρμπα-ΤΣΕΠΝΗΣ (Τσεπνόγλου Γ.), τα γύριζε. Αυτά τα είχαν και όταν ήρθαν στο Μικρόκαμπο.

    Εκτός από τις μεγάλες γιορτές, οι κάτοικοι κάνανε μαζώξεις και τα Σαββατοκύριακα. Πότε στο σπίτι του ενός και πότε στου άλλου. Άλλοτε με όργανα και όταν δεν υπήρχαν αυτά, τραγουδούσαν οι μεγάλοι και χόρευαν τα Τσιαχίλικα ή έλεγε ένα στίχο κάποιος και τον επαναλάμβαναν οι άλλοι. Οι Τούρκοι συγχωριανοί τους τους παρακολουθούσαν αλλά δεν συμμετείχαν στα γλέντια τους. Τις καθημερινές δούλευαν στα χωράφια. Την σοδιά τους πήγαιναν έξω από τα τείχη της Σινώπη για να την πουλήσουν. Έλεγε η γιαγιά:
Οταν πάεναμε σην πόλη για να ψουνίσουμε ή να πουλήσουμε τα προιοντα μας,πάντα έπερναμε και τα καλά μας ρούχα γιατί με τα χωραφιάτικα κιάφηνανε μας να έμπουμε ση πόλη. Και όντας έμπεναμε, κοίταναμε να φύουμε λίγουρα- πρίν νυχτώσει-γιατί μετά έκλειναν τα πόρτες και δεν μπόρηνες να φύεις.

  Τα τείχη της Σινώπης είχαν δύο εισόδους. Μία από την πλευρά της θάλασσας και μία νότια. Έλεγε ο Δ. Καραγιαννίδης: –Είχαμε δύο θάλλασες στην πατρίδα, την ΜΑΥΡΗ και την ΑΣΠΡΗ ΘΑΛΛΑΣΑ (Ακ Ντενίζ, καρά Ντενίζ). Προφανώς εννοεί τις δύο πλευρές της χερσονήσου, την ανατολική και την δυτική.

Ένα μέρα, όταν ήμανε πολλά μικρός, είδα σην παραλία να καίουνται Τούρκικα καράβια . Τα κτύπησαν Ρούσοι….

Πιθανόν να έχει σχέση με τον Κριμαϊκό πόλεμο. Πολλοί κάτοικοι του Σταυράν, είχαν συναλλαγές στην Σαμψούντα στην οποία είχε ΙΕΡΑΤΙΚΗ ΣΧΟΛΗ. Από αυτην απεφοίτησε ο παπα-Λευτέρης Κουριαννίδης, ο οποίος ήταν από το ΑΓΙΑΤΖΙΚ και παντρεύτηκε Σταυρανίτισσα.
Στα αλώνια του χωριού γίνονταν αγώνες πάλης. Έρχονταν νέοι από πολλές περιοχές για να αγωνιστούν. Ο παππούς μου συμμετείχε και ήταν πολύ καλός παλαιστής. Κάποια χρονιά -1914- κατηγορήθηκε για τον φόνο ενός συγχωριανού μας παλαιστή. Του ΚΟΠΑ (Κοτσάουστας το επίθετό του). Συνέβη το εξής: Ο ΚΟΠΑ πάλευε με έναν Τούρκο ,τον οποίο με μία κίνηση έριξε κάτω, λέγοντάς του “Σαν γυναίκα σε έβαλα κάτω“. Την άλλη μέρα ο Κοπα βρέθηκε νεκρός. Κατηγόρησαν τον παππού μου, χρησιμοποιώντας ψευδομάρτυρες και έκανε 5 χρόνια στην φυλακή. Εγινε η δίκη και τον αθώωσαν. Ο αδελφός του Κοπα, ΑΛΑΙΜΠΕΗΣ, μετά τον φόνο του αδελφού του, έφυγε κολυμπώντας από την Σινώπη και πήγε στην Κων|λη. Πέθανε στο Μικρόκαμπο σε βαθιά γεράματα. Ηταν ο πεθερός του Λατσίνογλου Χαραλ.

Η γιαγιά μου Ευδοκία, όσο ο παππούς ήταν φυλακή, υπέστη τα πάνδεινα. Έκαψαν τις σοδιές της, την λήστεψαν, την βίασαν με μαχαίρι στο λαιμό. Αργότερα, όταν ο παππούς αθωώθηκε και ήρθε στο σπίτι, πούλησε το τσιφλίκι και αγόρασε μύλο (τερμένι). Κάποια μέρα βρέθηκε νεκρός απο ΕΜΦΡΑΓΜΑ. Μόλις ειχε γεννηθεί ο τρίτος του γιός Ο ΖΟΥΡΝΑΤΖΙΔΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ, Ο ΠΑΤΕΡΑΣ μου, τον οποίον δεν πρόλαβα να γνωρίσω γιατί έφυγε και αυτός από την ζωή σε ηλικία 34 ετών. (Εγώ ήμουν 3 μηνών και ο αδελφός μου ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣ 6 χρόνων).

ΕΚΤΟΠΙΣΕΙΣ-ΕΞΟΡΙΕΣ
Έτος 1914. Ξεκινάει ο 1ος παγκόσμιος πόλεμος, που θα άλλαζε στην πορεία και τον χάρτη των ΒΑΛΚΑΝΙΩΝ. Ο Κάιζερ της Γερμανίας έδωσε εντολή στους Τούρκους συμμάχους του να απομακρύνουν όλους τους Έλληνες που κατοικούσαν στα παράλια του Πόντου. Πίστευε ότι μπορούσαν να δράσουν σαν κατάσκοποι των ομόθρησκων ΡΩΣΩΝ αντιπάλων του. Για να είμαστε αντικειμενικοί, οι μαρτυρίες λένε ότι όταν πλησίαζαν Ρωσικά αεροπλάνα  οι δικοί μας σήκωναν Ελληνικές σημαίες, για να μην τους χτυπήσουν. Επίσης, άλλες μαρτυρίες μου ανάφεραν ότι στο χωριό μας έκαναν πολλές ΕΙΚΟΝΙΚΕΣ κηδείες κρύβοντας Ρώσικο οπλισμό, μέσα στους τάφους.. ΚΑΛΟΚΑΙΡΙ 1914.Τα χωράφια σπαρμένα. Τα σιτάρια έτοιμα να μαζευτούν, όταν ήρθε η εντολή για Ε Ξ Ο Ρ Ι Α. Μέρες και νύκτες περπατούσαν οικογένειες με τα παιδιά τους πάνω στα κάρα, για να φτάσουν στην ΣΑΦΡΑΜΠΟΛΗ. (Μία διαδρομή περίπου 300 χιλιομ.) Μία πόλη πλούσια, με πάρα πολλούς ΕΛΛΗΝΕΣ οι οποίοι τους βοήθησαν. Καζάνια με φαγητά, ήταν πάνω στην φωτιά. Τούς πήραν στις δουλειές τους και όσοι δεν βρήκαν δουλειά ζητιάνευαν βγάζοντας ένα μικρό χαρτζιλίκι. Τα μικρά παιδιά πήγαιναν σε Ελληνικά σχολεία. Αυτά μέχρι το 1917. Τότε που έχασε τον πόλεμο η Γερμανία και οι σύμμαχοί της και δόθηκε εντολή να επαναπατριστούν οι εξόριστοι Έλληνες. Στην Σαφράμπολη έμειναν μέχρι το 1917-18.Το 1917 δόθηκε εντολή από τους νικητές ,στους Τούρκους Γερμανούς που έχασαν το 1ο παγκ.πόλεμο, για τον επαναπατρισμό των εξορισθέντων. Όταν επέστρεψαν στο ΣΤΑΥΡΑΝ, είδαν τα σπίτια τους έρημα και τα χωράφια τους σπαρμένα. Με τα όποια χρήματα είχαν από την Σαφράμπολη και με τις αποζημιώσεις ξαναγόρασαν ζώα, ξαναέστησαν τα νοικοκυριά τους, πήραν πίσω τις περιουσίες τους και άρχισαν να βρίσκουν τον ρυθμό τους. Είχε αλλάξει όμως το κλίμα ανάμεσα στους Έλληνες και τους Τούρκους μετά την ήττα των τελευταίων, στον παγκ. πόλεμο, που μόλις είχε τελειώσει. Μου έλεγε η γιαγιά Βασιλική Καραγιαννίδου.

Όταν κάνησκαμε γιορτές,τραγούδαναμε ελληνικά μόνο αν ΔΕΝ υπήρχε Τούρκος εκεί. Αν έβλεπαμε καμίοναν, τότε το γύριζαμε στα Τούρκικα.!! Ερχουσαντηνε Τούρκοι αντάρτες και έκλεβαν τα σπίκια μας. Τσερκέζοι και Κουρτζίδες μας προστάτευανε. Ο Τούρκος Διοικητής της Σινώπης δεν επέτρεψε τον “χασάπη” ΤΟΠΑΛ-ΟΣΜΑΝ να δράσει στην περιοχή μας. Στο Σταυράν είχαμε Τούρκο πρόεδρο…

Κάπως έτσι πηγαίνανε μέχρι το 1920-21 που άρχισε ο ελληνοτουρκικός πόλεμος. Με την έναρξή του έγινε επιστράτευση ΟΛΩΝ των ανδρών από 15 ετών μέχρι 65 ετών.
Τις πολύ μικρές ηλικίες (15-16 χρονών) τις έστειλαν στην Ανατολία (Κουρδιστάν κτλ). Από αυτούς ελάχιστοι επέστρεψαν. Επέστρεψαν οι ΣΑΡΟΓΛΟΥ ΝΙΚ (ΜΙΡΜΙΓΚΑΣ) ΣΑΡΟΓΛΟΥ ΣΑΒΒΑΣ (ΚΑΤΖΗΣ) ΚΟΥΡΤΟΓΛΟΥ ΧΡΗΣΤΟΣ(ΚΕΣΙΣΗΣ) ΚΑΡΑΓΙΑΝΝΙΔΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ (ΤΣΑΧΙΡΓΙΩΡΓΗΣ)

Οι μεγάλες ηλικίες, έκαναν δρόμους και άλλες δουλειές. Πολλοί πέθαναν από τις κακουχίες. Έλεγε ο συγχωρεμένος, μάρμπα – Πανανής (Παναγ.Γιαγκόζογλου):

Εσπάζαμε πέτρες, μέσα στα βουνά, να ανοίξουμε δρόμους. Ζέστη και κούραση μας τζάκιζαν. Ρούχα δεν φορούσαμε. Αντί γι’ αυτά, μπαίναμε μέσα σε ένα ΣΑΚΙ, για να προφυλαχτούμε και από πάνω μας οπλισμένοι Τούρκοι στρατιώτες, έτοιμοι να πυροβολήσουν. Το βράδυ γινόταν καταμέτρηση και αν έλλειπαν κάποιοι, μας έστελναν, με συνοδεία, να τους βρούμε. Πολλές φορές τους βρίσκαμε νεκρούς και τους πετούσαμε σε βαθύ ΤΕΡΕ (φαράγκι) για να τους φάνε τα αγρίμια. Πολλοί έφευγαν κρυφά και έμεναν κρυμένοι ή πήγαιναν σε άλλα κράτη μέχρι το τέλος του πολέμου. Και όταν έγινε η ανταλλαγή, παρουσιάστηκαν και πήγαν στην Ελλάδα. Ένας από αυτούς που έφυγε, από τον Τούρκικο στρατό, και πήγε σε άλλο κράτος(Αγγλία),ήταν ο προπαππούς της γυναίκας μου, ΓΕΤΙΜΟΓΛΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΣ. Δεν ξαναήρθε ποτέ…  

   Από το 1921 δεν επέτρεπαν στα γυναικόπαιδα να ασχολούνται με τις δουλειές τους ή να έχουν άλλες δραστηριότητες. Για να ζήσουν δούλευαν κοντά και μαζί με τους Τούρκους συγχωριανούς τους. Το 1922 τους υποχρέωσαν να πάνε στη Σινώπη να δηλώσουν τα περιουσιακά τους στοιχεία σε μια Ελλην. Επιτροπή

ΣΗΜ. Στην Ελλάδα δεν πήραν ούτε δρχ. αποζημίωσης όταν ήρθαν. Τα γύρω χωριά αποζημιώθηκαν…..
΄΄Κάνησκαμε συνέχεια ΠΑΞΟΥΜΑΚΙΑ, μου είπαν και γιόμιζαμε τα κουφίνια για να έχουμε να τρώμε στο δρόμο για την Ελλάδα΄΄.

Μέχρι το 1924 πούλησαν χωράφια, ζώα και άλλα περιουσιακά στοιχεία-παρουσία της αστυνομίας και οι Τούρκοι συγχωριανοί τους, τους πήγαν με τα κάρα τους στην Σινώπη. “Εκλαιανε και κτύπανανε τα πόδια τους και τα στήθια τους, οι Τούρκοι, όταν έφευγαμε!!” έλεγε η γιαγιά μου.

Πριν την επιβίβαση έγινε έλεγχος, μήπως έχουν μαζί τους κάτι απαγορευμένο. Βρήκαν μερικά παστάλια καπνό στον ΚΟΥΡΤΟΓΛΟΥ ΚΩΝ/ΝΟ και τον έβαλαν να πληρώσει πρόστιμο. Επιβιβάστηκαν στα πλοία και ξεκίνησε το ταξίδι για Πειραιά. Πολλοί πλήρωσαν και πήραν μαζί τους και τα ζώα τους. Η ταλαιπωρία και οι αρρώστιες τους εξουθένωσαν. Αν κάποιο παιδί ή μεγάλος είχε κάποια ασθένεια κολλητική, τον πετούσαν στην θάλασσα για να μην κολλήσουν και οι υπόλοιποι. Συγκινητική η ιστορία της Καραγιαννίδου Ευτυχίας(ΤΕΤΙ),που είχε κάποια παιδική αρρώστια, και η αδελφή της Σοφία Γεωργιάδου την έκρυβε με σεντόνια μέχρι το τέλος και την έσωσε. Ύστερα από πολυήμερη ταλαιπωρία μέσα στην θάλασσα, έφθασαν επιτέλους στην μητέρα πατρίδα, αφήνοντας όμως πίσω τα ΙΕΡΑ ΧΩΜΑΤΑ της ΙΔΙΑΙΤΕΡΗΣ ΠΑΤΡΙΔΑΣ ΤΟΥΣ.

ΑΦΙΞΗ ΣΤΗΝ ΠΑΤΡΙΔΑ
Όταν έφτασαν στον Πειραιά, κατασκήνωσαν κοντά στο λιμάνι. Σε ένα λόφο (λόφος του Αη Γιάννη),τους έστησαν σκηνές και άρχισαν ιατρ. Εξετάσεις. Εκεί έμπαιναν πρώτα στην καραντίνα για το φόβο μεταδοτικών ασθενειών, κάθονταν κάποιες μέρες και μετά αποβιβάζονταν. Οι ψείρες είχαν γεμίσει τα ρούχα τους και τα μαλλιά τους. Άνδρες και γυναίκες κουρεύτηκαν. Μόνο τις κοπελιές δεν κούρεψαν.

ΣΗΜ. Η γιαγιά μέχρι να πεθάνει έβριζε….έβριζε τον Βενιζέλο για το κούρεμα….

   Κάθισαν στον καταυλισμό μερικές βδομάδες και αργότερα μεταφέρθηκαν με πλοία στην Καλαμαριά. Υπήρχαν κάποιοι που ήταν οι ηγέτες των κατοίκων. Αυτοί ερωτούντο και αποφάσιζαν για την πορεία. Τους πρότειναν να κατοικήσουν στην περιοχή της σημερινής Σταυρούπολης. Έκριναν ότι το έδαφος δεν ήταν κατάλληλο για καπνό και την απέρριψαν. Όλα αυτά έγιναν αρχές ΙΟΥΛΙΟΥ 1924. Στη συνέχεα τους έβαλαν στο τρένο και τους έστειλαν στην ΔΡΑΜΑ και τους άφησαν μέσα στα βαγόνια, στο χώρο του Σταθμού. Έμειναν εκεί μέχρι αρχές Σεπτεμβρίου. Από την ζέστη και τις κακουχίες πέθαιναν παιδιά και γέροι.
Οι άντρες όλο αυτό το διάστημα έψαχναν περιοχή για κατοίκηση. Στην Πετρούσα, την Καλή-Βρύση, στα Κύρια, οι εκεί κάτοικοι δεν τους δέχθηκαν. Πολλοί, επειδή πέθαιναν παιδιά, πήραν τις οικογένειές τους μέσα από τα βαγόνια και εγκαταστάθηκαν σε βουνοχώρια. Οι Γιαγκόζηδες εγκαταστάθηκαν στις ΠΑΠΑΔΕΣ και στην ΚΑΛΛΙΘΕΑ, ο Καραμπατζάκης Σωτήρης- πατέρας του πεθερού μου- και ο Κουμανίδης στην ΚΑΛΥΒΑ-ΞΑΝΘΗΣ ή Κάλοβα.

mikrokampos1

Η ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΣΤΟ ΜΙΚΡΟΚΑΜΠΟ

Ένα πανέμορφο χωριουδάκι, κτισμένο μέσα στον καταπράσινο κάμπο. Βρίσκεται δυτικά της Δράμας και απέχει από αυτήν 17 χλμ. Οσο απείχε και το Σταυράν από την Σινώπη. Συνορεύει ανατολικά με τον ΜΥΛΟΠΟΤΑΜΟ (Τυρκοχώρι) Δυτικά έχει τον ποταμό ΑΓΓΙΤΗ και ΤΗΝ ΚΑΛΛΙΘΕΑ Νότια τους ΣΙΤΑΓΡΟΥΣ(Μιναρές) & ΑΡΓΥΡΟΥΠΟΛΗ(Τσιαλί) Βόρεια με την ΠΡΟΣΟΤΣΑΝΗ-ΠΕΤΡΟΥΣΑ (Πλεβνα) Ο χώρος ήταν γεμάτος από θάμνους και χόρτα (πουλιάνα),όταν ξεκίνησαν την εγκατάστασή τους. Αρχικά τους προτάθηκε να κτίσουν το χωριό δίπλα στο ποτάμι. Δεν το αποδέχθηκαν γιατί φοβήθηκαν ..μην πνιγούν τα παιδιά τους σε αυτό!!! Νερό έπιναν από ένα φυσικό πηγάδι, μπροστά από το εκκλησάκι του Αη-Γιώργη, το οποίο τότε δεν υπήρχε. Τους δόθηκαν σκηνές τον Σεπτέμβριο του 1924 και τον χειμώνα τον πέρασαν μέσα σε αυτές. Μέσα στις σκηνές την 1η Ιανουαρίου, γεννήθηκε το πρώτο παιδί στο χωριό. Ήταν ένα κοριτσάκι. Ήταν η ΜΗΤΕΡΑ ΜΟΥ, Χρυσούλα Σιδηροπούλου- Ζουρνατζίδου!!! Την άνοιξη του 1925 άρχισε το κτίσιμο των σπιτιών. Έπαιρναν χώμα γύρο από τον ποταμό Αγγίτη-παραπόταμο του Στρυμώνα- για να φτιάξουν πλιθιά (κερπίτσια). Ανακάτευαν χώμα-νερό & άχυρο και την λάσπη αυτήν την έβαζαν μέσα σε καλούπια. Εβδομάδες ολόκληρες ψήνονταν στον ήλιο και με αυτά έκτιζαν τα σπίτια τους. Στην άκρη του χωριού Β.Δ κτίστηκε η Εκκλησία και το Δημοτικό (αργότερα). Στο κέντρο η πλατεία. Βόρεια της πλατείας μέχρι την Εκκλησία έκτισαν οι ΛΑΖΟΙ και νότια οι ΣΤΑΥΡΑΝΙΤΕΣ. Υπήρχε και υπάρχει μέχρι σήμερα αλληλεγγύη ανάμεσα στους κατοίκους. Παλαιότερα που τα χρόνια ήταν πολύ δύσκολα (φτώχια, αρρώστιες, πόλεμοι και κυρίως ο καταραμένος ΕΜΦΥΛΙΟΣ) ο ένας βοηθούσε τον άλλον. Θυμάμαι το ΜΑΤΣΙ, το οποίο βίωσα και εγώ. Ήταν μία συστράτευση ανθρώπων του χωριού για να βοηθήσουν κάποιον που είχε ανάγκη. π.χ. Αρρώστησε κάποιος και δεν μπόρεσε να μαζέψει ή να φυτέψει ή να πασταλιάσει τον καπνό; Γύριζαν κάποιοι μέσα στο χωριό, από σπίτι σε σπίτι και έλεγαν ΄΄Αύριο έχουμε ΜΑΤΣΙ στου τάδε΄΄. Μαζευόντουσαν όλοι μαζί και τελείωναν την δουλειά ανακουφίζοντας παράλληλα τον παθόντα… Στην εκκλησία του χωριού, παρόλο που κτίστηκε στο όνομα του προστάτη του χωριού ΠΡΟΦ.ΗΛΙΑ, δεν τους επέτρεψαν να κάνουν πανηγύρι την ημέρα της γιορτής του. Τούς επιβάλανε-μου είπαν- να γιορτάζουν την Κυριακή του ΘΩΜΑ. Και αυτό γιατί στην γειτονική Προσοτσάνη γιόρταζαν και έκαναν πανήγυρι του ΠΡΟΦ.ΗΛΙΑ. Προφανώς δεν συνέφερε σε κάποιους. Το 1970-71 κτίστηκε καινούργιος ναός στο χωριό. Έκανα και εγώ μερικά μεροκάματα, θυμάμαι, ανεβάζοντας λάσπη με ντενεκέ, μέχρι τον τρούλο. Το όνομα της Εκκλησίας ΠΡΟΦ.ΗΛΙΑΣ και από τότε κάθε χρόνο το χωριό γεμίζει κόσμο. Περιφορά εικόνας, γλέντια στην πλατεία του χωριού. Ειδικά την δεκαετία του 1980,όταν υπήρχε και ο πολ. Σύλλογος έρχονταν επισκέπτες από Δράμα, Θεσ/κη κτλ και η πλατεία του χωριού, δεν μας χωρούσε. Πριν από μερικά χρόνια, με πρωτοστάτη τον αείμνηστο ΚΟΥΡΤΟΓΛΟΥ ΙΩΑΝΝΗ, τον ιερέα του χωριού ΠΑΠΑ-ΑΝΑΣΤΑΣΗ και κατοίκων του χωριού, κτίστηκε ένα ξωκκλήσι προς τιμήν της ΑΓΙΑΣ ΕΛΕΝΗΣ της ΕΚ ΣΙΝΩΠΗΣ. Κάθε χρόνο στις 1-11 τιμούμε την Αγία. Το 2014 είχαμε την τιμή να υποδεχθούμε την ΤΙΜΙΑ ΚΑΡΑ της ΑΓΙΑΣ, παρουσία του Δεσπότη κ.κ. ΠΑΥΛΟΥ, του Δημάρχου μας κ. ΛΥΣΣΕΛΗ και πλήθος πιστών.

ΓΛΩΣΣΑ ΜΙΚΡΟΚΑΜΠΙΤΩΝ

   Η γλώσσα που μιλούσαν και μιλούν οι κάτοικοι του χωριού μας είναι ένα μείγμα της Νεοελληνικής και Ποντιακής, την οποία δεν μιλούσαν σε κανένα μέρος της Σινώπης. Σε όλα τα άλλα μέρη της Σινώπης, μιλούσαν ποντιακά η Τούρκικα. Υπήρχαν Σταυρανίτες που κατοικούσαν στην πόλη και είχαν την ίδια διάλεκτο με εμάς (Βασιλίτσιας). ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΤΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ ΜΑΣ 1ο) Σπάνια χρησιμοποιούμε άρθρα π.χ Δεν λέμε “Ο Αντώνης ήρτεν” αλλά “Άντώνης ήρτεν” 2ο) Πάντα κολλάμε το άρθρο πίσω από το ρήμα π.χ ΆκουσεσΤΟ,πήρεσΤΟ, άκουσετεΤΑ, έκλαψανΤΗΝε. 3ο) Χρησιμοποιούμε τακτικά το ΠΑΛΕ (αόριστο ΠΑΛΙ) π.χ Γιώργος ΠΑΛΕ,ήρτεν και πήρε το τσεκράνι και κιέφερενΤΟ. α)Εμπαμε σο κουρουλούκι να αρματώσουμε,γιατί όξου έβρεχε. Κουρουλούκι=υπόστεγο. Αρματώνω=περνάω καπνό στην βελόνα Αλλιώς μπουρλιάζω. β)Παχτσιές πάλε γιόμισε βαρθάκαλες και τετρέγκελους.. Βαρθάκαλα=βάτραχος, τετρέγκελος=σαύρα. γ) Πάνε και τσιάκτει το αελάδι, μη το αφήκης σαλμά και κάνει ζεμίες…. Τσιακτιζω=δένω το σχοινί του ζώου σε πάσαλο, τον οποίον καρφώνω στη γή. Σαλμά=ελεύθερο. δ) Δός τα ζώα λιο σαμάνι και πέταξε τον κιεμπρέ. Σαμάνι=άχυρο, κιεμπρές=κοπριά.

 

ΓΕΝΙΚΑ ΓΙΑ ΤΗ ΣΙΝΩΠΗ

Η Σινώπη (τουρκικά: Sinop) είναι παραλιακή πόλη της βόρειας Τουρκίας, στις ακτές του Εύξεινου Πόντου. Κατά την τελευταία απογραφή (2012) είχε 38.571 κατοίκους. Η πόλη ήταν γνωστή στην αρχαιότητα για τα φυσικά λιμάνια της και έπαιξε στρατηγικό ρόλο ανά τους αιώνες. Η Σινώπη ήταν και η γενέτειρα του αρχαίου Έλληνα φιλόσοφου Διογένη, ο οποίος έζησε σαν ζητιάνος στους δρόμους της γύρω στο 300 π.Χ.

ΣΥΝΤΟΜΗ ΙΣΤΟΡΙΑ: Η Σινώπη ήταν πόλη της αρχαίας Παφλαγονίας. Πρώτοι άποικοι ήταν οι κάτοικοι της Μιλήτου περί τον 8ο αι. π.Χ. Ο Ηρόδοτος θεωρεί πρώτους οικιστές τους Κιμμέριους, άλλοι θεωρούν τους Αργοναύτες. Το όνομα προέρχεται από τη μυθολογική κόρη του ποταμού Ασωπού, Σινώπη. Η Σινώπη ήταν η πρώτη ελληνική αποικία στο Πόντο και αφετηρία του εξελληνισμού των εκεί ακτών μέχρι τη μακρυνή Κολχίδα. Η Τραπεζούντα, η Κερασούντα και τα Κοτύωρα ήταν αποικίες της Σινώπης. Στη πόλη αυτή γεννήθηκε ο Μιθριδάτης ο Μέγας που την καλλώπισε με ναούς, στοές, νεώρια (μαρτυρία Στράβωνα). Τέλος δε το 70 π.Χ. καταλήφθηκε από το Ρωμαίο στρατηγό Λούκουλο που και αυτός της παραχώρησε αυτονομία. Το 44 π.Χ. έγινε οριστικά ρωμαϊκή αποικία με  ρωμαίους εποίκους, υπαγόμενη στη Βιθυνία

.

26112084_1827065523980235_2878959131870685323_n
Η Σινώπη σήμερα- άγαλμα του Διογένη

Κατά τη Βυζαντινή περίοδο δεν είχε σπουδαία σημασία, ανήκε δε στο Αρμενιακό Θέμα. Μετά την Δ’ Σταυροφορία έγινε μήλο της έριδος μεταξύ της Αυτοκρατορίας της Τραπεζούντας, της Αυτοκρατορίας της Νίκαιας και των Σελτζούκων Τούρκων που την κατέκτησαν πρώτη φορά το 1214. Από τα μέσα του 13ου αιώνα πέρασε στην κυριαρχία τοπικών τουρκομανικών δυναστειών. Μετά την πτώση της Κωνσταντινούπολης, ο Μωάμεθ Β’ ο Πορθητής την κατέκτησε το 1461, καθοδόν στην εκστρατεία του κατά της Τραπεζούντας, και μετέφερε τους κατοίκους της στην Κωνσταντινούπολη για αύξηση του εκεί πληθυσμού. Στην οθωμανική περίοδο η Σινώπη υπαγόταν στο εγιαλιέτι της Κασταμονής. Αξιοσημείωτο γεγονός των νεοτέρων χρόνων υπήρξε η παρά τη Σινώπη ναυμαχία του ρωσικού στόλου με τον τουρκικό στις 30 Νοεμβρίου του 1853 στην αρχή του Κριμαϊκού πολέμου, που οδήγησε στην καταστροφή του οθωμανικού στόλου και έδωσε το έναυσμα για να εισέλθουν η Αγγλία και η Γαλλία στον πόλεμο κατά της Ρωσίας.

 Η ΣΙΝΩΠΗ ΜΕΧΡΙ ΤΟΝ ΠΟΛΕΜΟ

     Ο ελληνικός πληθυσμός της Σινώπης πριν το 1914 ήταν 5.000 και ο τουρκικός 9.000. Η Σινώπη ήταν το ΚΕΝΤΡΟ του εμπορίου. Από κει περνούσαν τα προϊόντα που έρχονταν από ανατολικά Μεσοποτάμιες χώρες, από Ελλάδα και έφευγαν προς τον βορρά (Ρουμανία, Ρωσία κτλ.). Άρα η γλώσσα, κυρίως η Νεοελληνική κυριάρχησε, σε σύγκριση με τις άλλες περιοχές του Πόντου. Οι Έλληνες διατηρούσαν αστική σχολή, Παρθεναγωγείο και 3 εκκλησίες. Στα περίχωρα δε υπήρχαν άλλοι 2.000 Έλληνες. Γύρω από τις ακτές της Μαύρης Θάλασσας, οι Έλληνες ήταν εγκατεστημένοι σε συμπαγείς μάζες. Όπως γράφει ο Ε. Παυλίδης: «Κατά μήκος εκατοντάδων χιλιομέτρων υπήρχον χωρία και πολίχναι κατοικούμεναι αποκλειστικά από Έλληνας μετανάστας εκ Πόντου, με ελληνικά σχολεία, με Έλληνες ιερείς και με ελληνικάς εκκλησίας.»

 Κατά τη διάρκεια του Α’ Παγκοσμίου πολέμου, οι Έλληνες της πόλης και των γύρω χωριών υπέστησαν πολλές κακουχίες και οι επιζήσαντες μετανάστευσαν στην Ελλάδα κατά τη διετία 1923-1924, κατά την υποχρεωτική ανταλλαγή πληθυσμών, μετά τη Μικρασιατική καταστροφή.

26063694_1827052407314880_4512625366813068850_o

Η ΓΕΝΟΚΤΟΝΙΑ ΤΟΥ ΠΟΝΤΙΑΚΟΥ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ

Ο Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος προσέφερε στον τουρκικό εθνικισμό το απαραίτητο πολιτικό πλαίσιο για να υλοποιήσει την απόφαση για εξόντωση των χριστιανικών ομάδων της Αυτοκρατορίας. Οι πρώτοι διωγμοί ξεκινούν από την Ανατολική Θράκη με τη βίαιη μετακίνηση του ελληνικού πληθυσμού. Ακολουθούν μεγάλες διώξεις κατά των Ελλήνων της Δυτικής Μικράς Ασίας για να κορυφωθούν με τη γενοκτονία στο μικρασιατικό Πόντο. Θύματα των εκτεταμένων εθνικών εκκαθαρίσεων υπήρξαν οι περισσότερες γηγενείς χριστιανικές ομάδες, πλην των λεγόμενων Φραγκολεβαντίνων και των ελάχιστων τουρκοορθόδοξων. Οι μονοφυσίτες (Αρμένιοι, Ασσύριοι και λίγοι Κούρδοι), οι ορθόδοξοι (Έλληνες στον Πόντο, την Ιωνία, την Καππαδοκία και την Ανατολική Θράκη, καθώς και Άραβες Σύριοι στον οθωμανικό Νότο), οι προτεστάντες (Αρμένιοι και Έλληνες) και οι καθολικοί (Αρμένιοι και Άραβες), ανέρχονταν σε τέσσερα εκατομμύρια περίπου.

Ήταν τέτοια η ένταση και η έκταση των διωγμών, ώστε ακόμη και οι Γερμανοαυστριακοί, σύμμαχοι των Τούρκων διατύπωσαν εγγράφως τις αντιρρήσεις τους: «Είναι σαφές ότι οι εκτοπισμοί του ελληνικού στοιχείου δεν υπαγορεύονται ουδαμώς από στρατιωτικούς λόγους και επιδιώκουν κακώς εννοουμένως πολιτικούς σκοπούς.»  Την ίδια άποψη εξέφραζαν και σώφρονες Τούρκοι, όπως ο Βεχήπ πασάς, ο οποίος υποστήριζε ότι ο εκτοπισμός των Ελλήνων ήταν περιττός από στρατιωτικής άποψης. Σχεδόν συγχρόνως ο Αυστριακός πρόξενος της Αμισού Κβιατόφσκι ανέφερε σε υπηρεσιακή επιστολή του ότι ο εκτοπισμός των Ελλήνων της ποντιακής παραλίας βρισκόταν στο πλαίσιο του προγράμματος των Νεοτούρκων, με το οποίο επιδιωκόταν η εξασθέ­νηση του χριστιανικού στοιχείου. Θεωρούσε ο ίδιος ότι η καταστροφή αυτή θα είχε μεγαλύτερη απήχηση στην Ευρώπη απ’ ότι οι σφαγές που είχαν διαπράξει κατά των Αρμενίων. Oι φόβοι του Κβιατόφσκι εδράζονταν στη διαπίστωσή του ότι η καθολική εξόντωση του ελληνικού στοιχείου ήταν επιθυμία του τουρκικού λαού. Εξάλλου, του είχε ειπωθεί από ανώτερους Τούρκους ότι: «Τελικά πρέπει να κάνουμε με τους Έλληνες ό,τι κάναμε με τους Αρμένιους… Πρέπει με τους Έλληνες, τώρα να τελειώνουμε.»

Η απόφαση αποχώρησης των ρωσικών στρατευμάτων από τον ανατολικό Πόντο και τον Καύκασο δημιούργησε μεγάλα προβλήματα στον ελληνικό πληθυσμό και στην Προσωρινή Κυβέρνηση Τραπεζούντας. Στη Ρωσία μετά την επικράτηση των Μπολσεβίκων ο πόλεμος θεωρήθηκε καπιταλιστική περιπέτεια. Έτσι η Ρωσία απέσυρε το στρατό της και υπέγραψε συμφωνίες ειρήνης τόσο με τους Γερμανούς όσο και με τους Τούρκους. Ως το 1917 η παρουσία του ρωσικού στρατού στην περιοχή της Μαύρης θάλασσας και του Πόντου ήταν ασπίδα προστασίας για τον ποντιακό ελληνισμό.  Οι Ρώσοι στρατιώτες με το σύνθημα «damoi», δηλαδή «οίκαδε», «στο σπίτι», άρχισαν να εγκαταλείπουν το μέτωπο. Με πρωτοβουλία των Ελλήνων αξιωματικών του ρωσικού στρατού ξεκίνησε μια κίνηση για τη σωτηρία του ελληνικού πληθυσμού και την πολιτική του χειραφέτηση. Οι προτάσεις που υποβλήθηκαν στην Προσωρινή Κυβέρνηση για ένοπλη αντίσταση στους Τούρκους απορρίφθηκαν κατ’ αρχάς. Στη συνέχεια όμως, και κάτω από την πίεση των πραγμάτων, έγιναν αποδεκτές και επιλέχτηκε η λύση της ένοπλης άμυνας. Σύμφωνα με το μητροπολίτη Χρύσανθο ελήφθη πρόνοια να εξοπλιστούν όλοι οι χωρικοί που μπορούσαν να φέρουν όπλα, ώστε να υπερασπίσουν τους εαυτούς τους από την επέλαση των Τούρκων ατάκτων. Σε συνεννόηση με το Ρωσικό Κομιτάτο παρέλαβε χιλιάδες όπλα και πολεμοφόδια, τα οποία μεταφέρθηκαν στο κτίριο του Παρθενα­γωγείου.

Η ΕΞΟΔΟΣ

Οι   Έλληνες του Καυκάσου, που αποτελούσαμε τη φάλαγγα του Ελληνισμού στην κοντινή Ανατολή, αγωνίστηκαν με πρωτοφανή ορμή, για τη φυσική τους ύπαρξη και την εθνική τους οντότητα. Ο Ε. Ηλιάδης περιγράφει τις προετοιμασίες των Ελλήνων στο χωριό Πελικπάς: «Οι γυναίκες ανάβουν τους φούρνους, ζυμώνουν, ψήνουν ψωμί, το κάνουν φρυγανιές και παξιμάδια, κάνουν μακαρίνα (σ.τ.σ. μακαρόνια), γεμίζουν βαρελάκια ή τενεκέδες με βούτυρο και τυριά κ.λπ. Οι άντρες γεμίζουν σακιά με αλεύρι και σιτάρι, σφάζουν με σπαραγμό της καρδιάς τους τα εκλεκτά τους ζώα, ψήνουν σε μεγάλα καζάνια το κρέας τους και το κάνουν καβουρμάδες και με το λίπος μαζί το βάζουν σε βαρελάκια ή πήλινα δοχεία… Στις 12 Μαρτίου το πρωί έγινε η τελευταία θεία λειτουργία. Είχαν παρευρεθεί όλοι σχεδόν οι χωριανοί. Ήταν κάτι το ανεπανάληπτο. Τα πλήθη προσεύχονταν, προσκυνούσαν και με τρεμάμενο χέρι άναβαν το στερνό τους κερί. Κατάμεστη η εκκλησία από πιστούς, κατάμεστο και το μεγάλο προαύλιό της και οι πέρα απ’ αυτό δρόμοι. Οι πιστοί παρακολούθησαν με κατάνυξη και θρησκευτική ευλάβεια τη θεία λειτουργία. Στο τέλος το χριστεπώνυμο, το αγνό πλήθος, το γεμάτο αγωνία, θλίψη και πόνο, αγκαλιάζεται, θρηνεί, σταυροκοπιέται και χύνονται πολλά δάκρυα αληθινά. Σύσσωμοι με σπαραγμό ψυχής ικετεύουν τον Άγιο να τους προστατεύσει, να τους βοηθήσει να φτάσουν όσο το δυνατόν ανώδυνα και γρήγορα στον προορισμό τους, στη φωτεινή Ελλάδα, για να ησυχάσουν και οι κατοπινές γενιές από τους συνεχείς ξεριζωμούς μ’ όλα τα φρικτά επακόλουθα.»

Πληροφορίες:

http://www.pontos-news.gr/article/164295/i-sygklonistiki-istoria-tis-panailas-papadopoyloy-apo-toys-epizisantes-tis

https://www.slideshare.net/christihai/ss-59487045

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s

Website Powered by WordPress.com.

ΠΑΝΩ ↑

Αρέσει σε %d bloggers: