ΣΥΝΟΠΤΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΜΑΣ
Όταν πρωτοεγκαταστάθηκαν στο χωριό οι πρώτοι κάτοικοι από το Μαστανάρι, πριν καλά – καλά φτιάξουν τα σπίτια τους και ζώντας ακόμη σε πρόχειρα καταλύμματα, σε καλύβες, ένα από τα πρώτα μελήματά τους ήταν η ίδρυση εκκλησίας. Θεοσεβούμενοι καθώς ήταν φρόντισαν με τα λιγοστά μέσα που είχαν στη διάθεσή τους να φτιάξουν ένα λατρευτικό χώρο, μια εκκλησία, απαραίτητη τόσο για τις λατρευτικές τους ανάγκες όσο και για πρακτικές ανάγκες: να κηδέψουν, να βαφτίσουν, να παντρέψουν, να μεταλάβουν… Από την πατρίδα ήρθαν μαζί με τους πρόσφυγες δύο ιερείς, από τους οποίους ο ένας πήγε στη Γλυφάδα και ο άλλος έμεινε στην Πόρπη. Στην αρχή οι θρησκευτικές ανάγκες καλύπτονταν πρόχειρα ελλείψει ναού σε πρόχειρο ξύλινο ναό, στη θέση που βρίσκεται ο ναός σήμερα. Με το οργανωμένο χτίσιμο του χωριού δόθηκε χώρος στο κέντρο του τότε χωριού για να κτιστεί ναός. Μάλιστα στο οικοδομικό τετράγωνο που παραχωρήθηκε για το σκοπό αυτό προβλέφθηκε χώρος, εκτός από το ναό και για άλλες βασικές ανάγκες. Κοντά στην εκκλησία κτίστηκε τουλούμπα αλλά και πηγάδι, για να παίρνουν νερό, ενώ έμεινε ελεύθερος χώρος, που ήταν η πλατεία του χωριού. Εκεί δόθηκε χώρος για περίπτερο.
Για να βρουν τους πόρους που χρειαζόταν για την κατασκευή του ναού, με κοινή κι ομόφωνη απόφασή τους όρισαν ένα ποσοστό στην παραγωγή του σιταριού, «στ’ αλώνια», όπως έλεγαν, να το δώσουν για την εκκλησία. Μ’ αυτό, επίσης, πλήρωναν τον παπά και τον ψάλτη Έτσι, άλλωστε, έφτιαχναν και στην Πατρίδα. Οι αποφάσεις για θέματα του χωριού παίρνονταν σε κοινές μαζώξεις των ανδρών, συνήθως την Κυριακή μετά τη λειτουργία. Έτσι αποφάσισαν και τότε για να συγκεντρώσουν ένα χρηματικό ποσό για την ανέγερση ναού, να συνεισφέρουν όλοι από την παραγωγή τους και να εργαστούν και οι ίδιοι με προσωπική εργασία.
Ο πρόχειρος ξύλινος ναός που κατασκευάστηκε αφιερώθηκε στον Άγιο Γεώργιο. Αυτός, ο τροπαιούχος Άγιος, έγινε ο πολιούχος της Πόρπης. Στο Μαστανάρι ο ιερός ναός ήταν αφιερωμένος στον Άγιο Ιωάννη το Θεολόγο. Είχε κτιστεί το 1863 και καταστράφηκε από τους Τούρκους το 1914, στα γεγονότα που ονομάστηκαν «το Μαύρο Πάσχα των Ελλήνων της Θράκης». Το πιθανότερο είναι να υπήρχε επίσης στο Μαστανάρι ναΐσκος του Αη Γιώργη, γιατί δεν υπήρχε σχεδόν χωριό στην Ανατολική Θράκη χωρίς ιερό χώρο αφιερωμένο σ’ αυτόν. Ο Αη Γιώργης ήταν ο δημοφιλέστερος άγιος των Θρακιωτών.
Για τις ανάγκες του ναού παραχωρήθηκε γεωργικός κλήρος 30 στρεμάτων, τα οποία δημοπρατούνται και ενοικιάζονται, τα δε έσοδά τους χρησιμοποιούνται για τις ανάγκες του ναού. Η περιουσία του ναού μάλιστα στην πορεία ενισχύθηκε με δύο δωρεές* συγχωριανών μας, που παραχώρησαν εκτάσεις δεκατριών στρεμμάτων συνολικά, με αποτέλεσμα η σημερινή ιδιοκτησία του ναού να ανέρχεται σήμερα στα 43 στρέματα.
Ο σημερινός ναός κτίστηκε με έξοδα της Κοινότητας Παγουρίων και προσωπική εργασία των κατοίκων της Πόρπης και δωρεές ιδιωτών, με πολύ πρόχειρα μέσα και με μεγάλη ανέχεια στις αρχές της δεκαετίας του 1950. Ολοκληρώθηκε το 1953. Είναι απλός στο σχεδιασμό του. Πρόκειται για ορθογώνιο ναό, χωρίς νάρθηκα, βασιλικού ρυθμού, χωρίς τρούλο, μονόκλιτο, μέ ξύλινη στέγη. Τα επόμενα χρόνια σταδιακά έγιναν βελτιώσεις και προσθήκες. Προστέθηκε νάρθηκας και κωδωνοστάσιο, ενώ το ξύλινο τέμπλο αντικαταστάθηκε με γύψινο (1975). Επίσης, άλλαξαν τα κεραμίδια, περιφράχθηκε (1978) και προστέθηκαν στασίδια. Τσιμεντοστρώθηκε η αυλή, βελτιώθηκε το δάπεδο, τοποθετήθηκαν μοκέτες και χαλιά, βελτιώθηκε η θέρμανσή του, άλλαξαν τα κουφώματα. Τοποθετήθηκε μικροφωνική εγκατάσταση και αγιογραφήθηκε κατά ένα μεγάλο μέρος. Το πιο μεγάλο του πρόβλημα ήταν, όμως, η σκεπή του, η οποία λόγω διάβρωσης ήταν πια όχι μόνο ακαλαίσθητη κι επικίνδυνη. Σήμερα, μετά από μεγάλη κι αξιέπαινη προσπάθεια του ιερέα και πολλών ενοριτών αντικαταστάθηκε εξ ολοκλήρου με καινούρια σκεπή. Έτσι ο ναός είναι απλός και μικρός, φτωχικός, αλλά όμορφος και περιποιημένος και καλύπτει ικανοποιητικά τις ανάγκες του μικρού χωριού μας.
Μέχρι το 1952 οι ιερείς ήταν άμισθοι και συντηρούνταν με εισφορές των κατοίκων του χωριού. Με την από 18/9/1952 «Σύμβαση περί εξαγοράς υπό του Δημοσίου κτημάτων της Εκκλησίας προς αποκατάστασιν ακτημόνων γεωργικών κτηνοτρόφων», η Εκκλησία της Ελλάδος υποχρεώθηκε να παραχωρήσει στο Κράτος το 80% της καλλιεργούμενης ή καλλιεργήσιμης αγροτικής περιουσίας της με αντάλλαγμα να λάβει κάποια αστικά ακίνητα και 45.000.000 δραχμές νέας (τότε) εκδόσεως. Στη σύμβαση του 1952 περιέχεται η διακήρυξη του κράτους ότι η απαλλοτρίωση αυτή είναι η τελευταία και δεν πρόκειται να υπάρξει νεότερη στο μέλλον, ενώ υπάρχει και η δέσμευση ότι η Πολιτεία θα παρέχει κάθε αναγκαία υποστήριξη (υλική και τεχνική), ώστε η Εκκλησία να μπορέσει να αξιοποιήσει την εναπομείνουσα περιουσία της. Στην ίδια σύμβαση καθιερώθηκε και η «μισθοδοσία» των κληρικών από τον Κρατικό Προϋπολογισμό, ως υποχρέωση του Κράτους έναντι των μεγάλων παραχωρήσεων γης στις οποίες είχε προβεί η Εκκλησία της Ελλάδος κατά την δεκαετία 1922-32. Δηλαδή, επειδή το Κράτος αδυνατούσε να καταβάλει οποιοδήποτε αντίτιμο – όπως προέβλεπε ο νόμος του 1932 – συνεφωνήθη να μισθοδοτούνται επ’ άπειρον οι κληρικοί και το Κράτος δεσμεύθηκε επ’ αυτού. Διευκρινίζουμε ότι η μισθοδοσία του κλήρου καλύπτει μόνο τους ιερείς και όχι τους ιεροψάλτες, τους μοναχούς ή τις μοναχές.
ΔΩΡΕΕΣ
Το 1997 η Βασιλοπούλα Κωνστανταράκη δώρισε στο ναό 3 στρέμματα, ενώ το 2007 ο συγχωριανός μας Κώστας Κουμπουτζής, που εργάστηκε και ζει πλέον στη μακρινή Αυστραλία έκανε δωρεά στην εκκλησία σχεδόν 10 στρέμματα.
Το κτίσιμο του Γραφείου που έγινε το 1983 χωρίς αμοιβή από τον Μιχάλη Κουμπουτζή. Η εκκλησία αγόρασε μόνο τα υλικά.
Η καμπάνα που τοποθετήθηκε το 1995 στο νέο κωδωνοστάσιο, βάρους 320 κιλών, ήταν δωρεά των Κουρούδη και Πιατίδη, επιχειρηματιών που έχουν εκκοκκιστήρια βαμβακιού στην περιοχή.
Σημαντικά ποσά διέθεσε ο ναμάρχης Παν. Φωτέας, στα τέλη της δεκαετίας του ’70 για την ανέγερση της οικίας του εφημερίου Πόρπης και για την κατασκευή περίφραξης, νάρθηκα και την αντικατάσταση του τέμπλου. Βοήθησε επίσης κι ο νομάρχης Παπαδήμος για την κατασκευή του καινούριου κωδωνοστασίου.
Τέλος, υπήρξαν πολλές άλλες μικρότερες ή πιο μεγάλες δωρεές, που δεν αναφέρουμε, από τον φόβο να μην αδικήσουμε κάποιους.
ΥΠΗΡΕΤΗΣΑΝΤΕΣ ΙΕΡΕΙΣ
Ιερείς υπηρέτησαν αρχικά πολλοί. Αγνοούμε, όμως, τα ονόματά τους, γιατί δεν υπάρχει οργανωμένη καταγραφή των στοιχείων που αφορούν το ναό. Πρακτικά άρχισαν να γράφονται από το 1964 και μετά. Προπολεμικά πρώτος ιερέας αναφέρεται κάποιος Καράμπελας και στη συνέχεια κάποιος Κοψαχείλης (ερχόταν από το Φανάρι και μάλλον ήταν παρατσούκλι λόγω του κομμένου χειλιού που είχε). Πιθανότατα ήταν ο ιερέας Καλλίνικος Καλλέργης, που στην περίοδο της Βουλγαρικής Κατοχής βασανίστηκε απο τους Βουλγάρους και υπέφερε τα πάνδεινα. Στην Κατοχή υπήρξε, ως γνωστόν, διωγμός των ιερέων. Η εκκλησία λειτούργησε με Βούλγαρο παπά. Από το 1939 στην Πόρπη εγκαταστάθηκε οικογενειακώς η οικογένεια του ιερέα Κωνσταντινίδη, από την Κομοτηνή. Ο ιερέας αυτός είχε δυο παιδιά. Έφυγαν από την Πόρπη στα τέλη της δεκαετίας του ’40. Ο γυιος μάλιστα του Κωνσταντινίδη, Σταμάτης, έγινε αργότερα σπουδαίος γιατρός, ογκοχειρουργός στο Θεαγένειο της Θεσ/νίκης και κράτησε επαφές με κάποιους Πορπιώτες. Περιστασιακά υπηρέτησαν ως ιερείς στην Πόρπη ο παπα Μάρος και ο Νικόλαος Ζήσης, από τη Μεγ. Παναγιά Θάσου. Είχε δείρει στη Θάσο ο παπα-Νικόλας έναν Βούλγαρο στην Κατοχή, φυλακίστηκε και βασανίστηκε, έφτασε σχεδόν στα πρόθυρα του θανάτου και κατέφυγε στη Μέση, όπου δημιούργησε οικογένεια. Από το 1952 εφημέριος υπηρέτησε ο Γαλαζούδης Καρυοφύλλης από το Μεγ. Κρανοβούνιο, ως το 1960. Ήταν αυτός που στη διάρκεια της θητείας του κτίστηκε ο ναός. Από το 1960 τοποθετήθηκε ο κρητικός παπα Μιχάλης Θεοδωράκης, απο το Καλάμι Ηρακλείου. Ο παπα Μιχάλης υπηρέτησε κι αυτός, όπως και ο παπα Καρυοφύλλης, πολλά χρόνια, ως τον Αύγουστο του 1975, με ένα διάλειμμα, λόγω δυσμενούς μετάθεσης στη Συκοράχη. Στο διάστημα αυτό, για έναν περίπου χρόνο, από το Νοέμβριο του 1964 ως το Δεκέμβριο του 1965 υπηρέτησαν προσωρινά οι: Αγαθάγγελος Πεδιαδίτης και Ιωάννης Ασλανίδης (εφημέριος της Αμβροσίας). Ο παπα Μιχάλης επέστρεψε το 1966 και υπηρέτησε ως τον Αύγουστο 1975 (Μητρόπολη Ιεράπετρας Κρήτης). Από το 1975 υπηρέτησαν διαδοχικά ο παπα Αντώνης Μπαρμπάκας (εφημέριος Παγουρίων, από την Πιερία) και ο Γαλαζούδης Κων/νος. Το 1977 αναλαμβάνει καθήκοντα εφημερίου του χωριού, ένας συγχωριανός μας, ο παπα Αντώνης Λιάκος, νεοχειροτονηθείς ιερέας. Είναι ο μακροβιότερος εφημέριος της εκκλησίας της Πόρπης. Υπηρέτησε στην Πόρπη 28 χρόνια, ως το 2005, οπότε συνταξιοδοτήθηκε. Στη θέση του τοποθετήθηκε ο νεοχειροτονηθείς παπα Παναγιώτης Κουλιουμπής, από τη Σκόπελο Λέσβου. Ο παπα Παναγιώτης παρέμεινε στην Πόρπη ως το 2015, οπότε και μετετέθη στο χωριό Μωσαϊκό. Στη θέση του τοποθετήθηκε ο σημερινός ιερέας, πατέρας Κων/νος Γιαγτζόγλου.

ΤΟ ΣΠΙΤΙ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ
Αρχικά παραχωρήθηκε οικόπεδο σχεδόν απέναντι από την εκκλησία, ανάμεσα στα οικόπεδα Αθ. καμπάνταη και Παν. Παρασχάκη. Τη δεκαετία του ’50 παραχωρήθηκε οικόπεδο και χτίστηκε οίκημα για τον εκάστοτε εφημέριο του χωριού, λίγο πιο κάτω από το αγροτικό ιατρείο. Η παλιά οικία γκρεμίστηκε το 1979 λόγω επικινδυνότητας κι αφού το 1976 είχε κτιστεί καινούργια κατοικία. Στην πραγματικότητα η καινούργια κατοικία σπάνια, για πολύ λίγο, χρησιμοποιήθηκε ως κατοικία του εφημερίου, επειδή είτε αυτός ήταν Πορπιώτης (Αντ. Λιάκος) και διέθετε δική του οικία είτε δεν διέμενε στην Πόρπη (Παν. Κουλιουμπής, Ν. Καλλίστη- Κων. Γιαγτζόγλου). Το σπίτι της εκκλησίας βρίσκεται πάνω στον κεντρικό δρόμο, κοντά στην πλατεία, ενοικιάζεται και το ενοίκιο αποτελεί έσοδο της εκκλησίας. Στην παλιά φτωχική οικία έμενε ο παπα Μιχάλης Θεοδωράκης, ως το 1975. Το 1976 το οίκημα δόθηκε δωρεάν για χρήση στον νεοσύστατο, τότε, ΜΣΑΝ Πόρπης, για τις ανάγκες της νεολαίας.
ΙΕΡΕΙΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΟΡΠΗ
Ενώ δεν υπήρχε παράδοση με Πορπιώτες ιερωμένους, από το 1976 και μετά αυτό άλλαξε. Συνολικά πέντε συγχωριανοί Πορπιώτες χειροτονήθηκαν και ενδύθηκαν τα ράσα κι ένας από αυτούς υπηρέτησε στο χωριό του. Πρόκειται για τους Αντώνιο κι Ευάγγελο Λιάκο (υπηρετεί από το 1980 στο Φανάρι, συνεχώς), Χρήστο Αντωνακάκη (υπηρετεί από το 1980 στην Αμβροσία και για πολλά χρόνια στην Μονή Φανερωμένης), Παύλο Κουμπουτζή (υπηρέτησε από το 1986 στη Γλυφάδα και στη Μέση) και Αθανάσιο Δόντσο (υπηρέτησε στη Μέση).
ΕΠΙΤΡΟΠΟΙ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΙΕΡΟΥ ΝΑΟΥ ΑΓΙΟΥ ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΠΟΡΠΗΣ
Η εκκλησιαστική επιτροπή είναι πολύ παλιός θεσμός της διοίκησης της εκκλησίας. Σκοπός της είναι να διαχειρίζεται, να διοικεί και να αξιοποιεί εν γένει την περιουσία του Ιερού Ναού και να βοηθά τον ιερέα στα καθήκοντά του. Αποτελείται: από τον εφημέριο, ως Πρόεδρο, και τέσσερα λαϊκά μέλη, (αντιπρόεδρο, Γραμματέα, Ταμία και απλό μέλος), εκλεγόμενα και διοριζόμενα από Κατάλογο των ενοριτών από το Μητροπολιτικό Συμβούλιο με πρόταση του οικείου Μητροπολίτη. Αν το χωριό είναι μικρό μπορεί τα μέλη να είναι λιγότερα.
Για να εκλεγεί κάποιος πρέπει να μην έχει καταδικασθεί, να είναι σχετικώς εγγράμματος και να είναι αφοσιωμένο τέκνο της Εκκλησίας. Το αξίωμα του λαϊκού Εκκλησιαστικού Συμβουλίου είναι τιμητικό, άμισθο και ασυμβίβαστο προς το έργον εμμίσθου υπαλλήλου του Ι. Ναού. Η θητεία των Εκκλ. Συμβουλίων ορίζεται τριετής, αρχίζει πάντα την 1η Ιανουαρίου και λήγει την 31ην Δεκεμβρίου του τρίτου από του διορισμού τους έτους.
Στην Πόρπη στοιχεία γραπτά υπάρχουν από το 1964 και μετά, γιατί κατά το προηγούμενο διάστημα δεν υπήρχαν πρακτικά.
Ως εκκλησιαστικοί επίτροποι υπηρέτησαν εκλεκτά μέλη του χωριού, οι οποίοι προσέφεραν αφιλοκερδώς πολλές υπηρεσίες και συνέδραμαν στην ορθή λειτουργία του Ιερού Ναού. Μάλιστα κάποιοι υπηρέτησαν πολλές φορές (πέντε θητείες οι Δρίνης Πολυχρ. και Κατσίκας Χρήστος, Κακαράκης Δ., Καρυοφυλλίδης Στ. κ.ά)
Το πρώτο Εκκλησιαστικό Συμβούλιο που καταγράφεται είναι στις 14 Νοεμβρίου 1964, όταν ο, έως τότε εφημέριος, Μιχαήλ Θεοδωράκης μετατέθηκε στη Συκοράχη.
Ας τους αναφέρουμε, τιμώντας την προσφορά τους στο χωριό.

ΟΙ ΨΑΛΤΑΔΕΣ ΤΟΥ ΙΕΡΟΥ ΝΑΟΥ ΑΓΙΟΥ ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΠΟΡΠΗΣ
Το ψαλτήρι του ιερού ναού Αγίου Γεωργίου Πόρπης πάντα είχε ψάλτες, συνήθως, ντόπιους. Στο ψαλτήρι του μαθήτευσαν πάρα πολλοί. Ο παλιότερος ψάλτης της εκκλησίας ήταν ο Δημήτριος Βασιλακάκης (παππούς Δημητρούλης). Δεν ήταν ακριβώς επαγγελματίας ιεροψάλτης αλλά ξέροντας τα βασικά και γνωρίζοντας λίγα γράμματα βοήθησε στην εκκλησία αρκετά χρόνια, ως το 1950. Από τότε, το 1950, ανέλαβε ο Σταύρος Ελευθεράκης και για πάνω από μισό αιώνα, σχεδόν ως τον θάνατό του (11 Ιανουαρίου 2004) ήταν ο ψάλτης του χωριού, υπηρετώντας με ζήλο τα καθήκοντά του. Το πιο σημαντικό, πέρα από τη συνέπεια και την αφοσίωση στο έργο του, ήταν η διάθεσή του να βοηθήσει, να δώσει βήμα και να καταρτίσει νέους ψαλτάδες. Ετσι, με την παρότρυνση, τις συμβουλές και την προστασία του στο ψαλτήρι ανέβηκαν πολλοί νέοι, ενώ πολύτιμος με τις γνώσεις και την πείρα του στάθηκε στους εκάστοτε ιερείς που αναλάμβαναν καθήκοντα για πρώτη φορά. Ας θυμηθούμε μερικούς από τους βοηθούς ψάλτες, με κίνδυνο να ξεχάσω κάποιους: Παιδαράκης Δημ., Τολούδης Σταύρος, Βασιλακάκης Δημ., Ελευθεράκης Στέφανος, Κωνστανταράκης Μάκης, Δουλγεράκης Σάββας, Αστράκης Δημ., Κολτσίδης Γιάννης κ.α.π. Από τα τέλη του 2003, προαισθανόμενος μάλλον το επερχόμενο τέλος, παραιτήθηκε. Ανέλαβε καθήκοντα ο Ιωάννης Κολτσίδης, έως το 2012. Καθήκοντα ψάλτη έκτοτε ανέλαβε ο γυιος του υπηρετούντος εφημερίου Χρήστος Κουλιουμπής, βοηθούμενος κι από την μητέρα του και παπαδιά Αθανασία. Από το 2015 ιεροψάλτης ήταν ο Μπάμπης, συνταξιούχος δάσκαλος από το Σουφλί κι από το 2020 ο Γιάννης Κολτσίδης, γαμπρός στην Πόρπη..
O Σταύρος Τολούδης, δάσκαλος στην Πόρπη κατά τα έτη 1968-1975, είναι σήμερα ιεροψάλτης στο Φανάρι. Κατά τη διάρκεια της υπηρεσίας του στο Δημοτικό Σχολείο είχε οργανώσει κι εκπαιδεύσει μαθητική χορωδία, η οποία έψαλλε τις Κυριακές διάφορους ύμνους.
Αξίζει να τονιστεί ότι Πορπιώτης είναι ένας πολύ αξιόλογος ψάλτης, που ζει και ψάλλει στο Πλαγιάρι Θεσσαλονίκης, ο Δημήτρης Ιω. Παιδαράκης.

Η θέση του ιεροψάλτη μέχρι το 1982 ήταν ανεπίσημη. Δεν αναφερόταν επίσημη πρόσληψη στα πρακτικά της εκκλησίας ούτε ήταν εν γνώσει της Ιεράς Μητρόπολης Μαρωνείας και Κομοτηνής. Υπήρχε μια άτυπη, προφορική συμφωνία με την εκκλησιαστική επιτροπή, μόνο, βάσει της οποίας ο ψάλτης κάθε Καλοκαίρι, τον Αύγουστο μετά τα αλώνια, περιφερόταν στο χωριό συγκεντρώνοντας την αμοιβή του. Κάθε οικογένεια έπρεπε να δίνει κάθε χρόνο έναν τενεκέ σιτάρι για την αμοιβή του ψάλτη. Ήταν μια συνήθεια που την έφεραν από την Πατρίδα ακόμη, αρκετά παρωχημένη όμως, γιατί οι συνθήκες άλλαζαν και ο τρόπος πληρωμής ήταν και κουραστικός και υποτιμητικός για τον ψάλτη. Τον ανάγκαζε να περιφέρεται με το κάρο στο χωριό και να μαζεύει σιτάρι, με κάποιους να κρύβονται για να ξεφύγουν ή να βάζουν σκύβαλα αντί για σιτάρι κ.α. Το 1982 αποφασίστηκε να καταχωρηθεί στα πρακτικά επίσημη πρόσληψη ιεροψάλτη, και μάλιστα δύο, αριστερού και δεξιού, με μισθό 400 και 300 δραχμές αντίστοιχα, από το ταμείο της εκκλησίας και αναγνωρίστηκαν, τιμητικά κι όχι ουσιαστικά, (αφού η εργασία του ψάλτη δεν θεωρούνταν επάγγελμα και δεν είχε εισφορές σε ασφαλιστικά ταμεία) τα χρόνια προϋπηρεσίας του ψάλτη. Η εκκλησιαστική επιτροπή ορίζει και εισπράττει από τότε ένα ποσό που οφείλει να δίνει στην εκκλησία «κάθε στεφάνι». Με αυτό το ποσό πληρώνεται ο ψάλτης της εκκλησίας.
ΤΟ ΕΚΚΛΗΣΑΚΙ ΤΟΥ ΠΡΟΦΗΤΗ ΗΛΙΑ
Στο λόφο της Πόρπης, στα δυτικά του χωριού, είναι κτισμένο ένα γραφικό εκκλησάκι, αφιερωμένο στον Προφήτη Ηλία, όπως άλλωστε συνηθίζεται να είναι αφιερωμένες σε αυτόν οι εκκλησίες που βρίσκονται σε κορυφές βουνών και λόφων.
Ωστόσο ο λόγος που οι εκκλησίες του είναι χτισμένες στο βουνό σχετίζεται με τη λαϊκή παράδοση που αναφέρει ότι ο Αϊ-Λιας ήταν ναύτης που η θάλασσα προσπάθησε πολλές φορές να τον πνίξει και όταν βαρέθηκε τα ταξίδια, αποφάσισε να βρει ένα μέρος που να μην ξέρουν καν τι είναι θάλασσα και καράβι. Ετσι, σύμφωνα με την παράδοση, πήρε ένα κουπί στον ώμο και τράβηξε για τη στεριά και όποιον συναντούσε τον ρωτούσε τι είναι αυτό που κρατάει στα χέρια του και όσο του απαντούσαν «κουπί», τραβούσε ψηλότερα. Οταν κάποτε έφτασε σε ένα ψηλό βουνό συνάντησε έναν τσοπάνη και τον ρώτησε τι ήταν αυτό που βαστούσε. Ο τσοπάνης το κοίταξε καλά καλά και ύστερα του είπε «ξύλο είναι». Ο Αϊ-Λιας γέλασε ικανοποιημένος και έμεινε από τότε κοντά στους ανθρώπους των βουνών και όπως αναφέρει η παράδοση «Στένει ολόρθο το κουπί, χτίζει μια καλύβα και αποφασίζει να μείνει εκεί όλη του τη ζωή. Για τούτο τον Άγιο Ηλία τον βάνουν πάντα στα ψηλώματα»
Το κτίσιμο μιας μικρής εκκλησίας ήταν ιδέα του παπα Καρυοφύλλη Γαλαζούδη. Το 1952 κτίστηκε ένα μικρό εκκλησάκι λοιπόν. Όπως αναγράφει και στην αναθηματική πλάκα που υπάρχει στην πρόσοψή του ανεγέρθηκε το 1952 από τον παπα Καρυοφύλλη Γαλαζούδη και την οικογένεια της Δέσποινας Δεληβασίλη και της μητέρας της, Βαγιανής Δόντσου. Το ναό έκτισε ο μάστορας Σταύρος Καρυοφυλλίδης. Κάθε χρόνο, στις 19 Ιουλίου, παραμονή της γιορτής του Προφήτη Ηλία τελείται μέγας πανηγυρικός εσπερινός και γίνεται περιφορά της εικόνας του Προφήτη και αρτοκλασία. Συρρέει πλήθος κόσμου από κατοίκους αλλά και ξενιτεμένους Πορπιώτες και κατοίκους άλλων περιοχών και το βράδυ της ίδιας μέρας γίνεται πανηγύρι με τη συμμετοχή χορευτικών συγκροτημάτων διαφόρων πολιτιστικών συλλόγων του νομού Ροδόπης αλλά και άλλων νομών. Τα τελευταία χρόνια οι πανηγυρικές εκδηλώσεις του Προφήτη Ηλία πήραν μεγάλες διαστάσεις, έχουν μεγάλη επιτυχία και συμμετέχουν πολλοί, χορευτές, συγκροτήματα και κόσμος. Το σημαντικότερο απ’ όλα είναι, όμως, πως το πανηγύρι καθιερώθηκε πια ως μέρα συνάντησης των απανταχού Πορπιωτών, σημείο αναφοράς για τους πολλούς ξενιτεμένους συγχωριανούς μας που επιλέγουν ως περίοδο διακοπών ή χρόνο επίσκεψης στη γενέτειρα τις 19-20 Ιουλίου. Βέβαια, τίποτε δεν γίνεται τυχαία! Για την επιτυχία των εκδηλώσεων σημαντική ήταν και είναι η προσπάθεια και οι εμπνεύσεις της διοίκησης του δραστήριου Συλλόγου Γυναικών Πόρπης. Έτσι, ο Προφήτης Ηλίας είναι αυτός που ενώνει τους Πορπιώτες, οι περισσότεροι από τους οποίους δεν ζουν πια στο χωριό!
ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ θερμά
- τον ιερέα π. Κώστα Γιαγτζόγλου που μου εμπιστεύθηκε πρόθυμα υλικό από τα αρχεία της εκκλησίας
- τους συγχωριανούς μας Χαράλαμπο Αστράκη και Πασχάλη Λιάκο, για τις πολύτιμες πληροφορίες που μου πρόσφεραν.
Χωρίς τη βοήθειά τους δεν θα μπορούσε να γίνει η έρευνα αυτή.