28. Κυριακή στο χωριό

  Κυριακή στο χωριό

Πολλά δε θέλει ο άνθρωπος να `ν’ ήμερος να `ναι άκακος

λίγο φαΐ λίγο κρασί, Χριστούγεννα κι Ανάσταση

γράφει ο Ελύτης.

    Έχω περάσει πολλές και διαφορετικές Κυριακές στη ζωή μου. Ευχάριστες και δυσάρεστες, ενδιαφέρουσες κι ανούσιες, χαρούμενες ή θλιβερές, ηλιόλουστες ή σαν κι αυτή του Τσιτσάνη, συννεφιασμένες.  Όταν, όμως, σκέφτομαι σήμερα την Κυριακή,  ο νους μου πηγαίνει πίσω, στις Κυριακές στο χωριό.

    Θαρρείς και τη μέρα αυτή επίτηδες ο ουρανός φορούσε τα γαλανά του κι ο ήλιος μεγαλειώδης λάμπρυνε με την παρουσία του τη μέρα, κάνοντάς την φωτεινή, ηλιόλουστη, γιορτινή. Ίσως πάλι, λέω, η λαμπρότητα της μέρας να ήταν μια ψευδαίσθηση, πλάσμα της φαντασίας και της διάθεσης να ξεφύγουμε από τα καθιερωμένα: το σχολείο, το διάβασμα, τις δουλειές και τις υποχρεώσεις της μέρας. Ιδίως όσοι ζούσαμε στην πόλη κι ερχόμασταν Σαββατοκύριακο μόνο, νιώθαμε εντονότερη την αγάπη και τη φροντίδα των δικών μας. Αλλά και των άλλων συγχωριανών, που κι αυτοί δικοί μας ήταν.

    Η Κυριακή ξεκίναγε με την καμπάνα να χτυπά από το ξημέρωμα, τα παρατεταμένα χασμουρητά, την ορθοστασία στην εκκλησία και τη βεβαίωση εκκλησιασμού, που ήταν απαραίτητη για την επόμενη μέρα, για την αποφυγή κυρώσεων απ’ το σχολείο! Μετά παιχνίδι. Ατέλειωτο παιχνίδι, συνήθως στην πλατεία του χωριού ή στη γειτονιά μας. Και από το βραδάκι μια απέραντη μελαγχολία για έναν κύκλο που έκλεισε ή μάλλον για μια βδομάδα που θα άρχιζε. Αυτή η μελαγχολία των απογευμάτων της Κυριακής αλλά και των Φώτων και της Κυριακής του Θωμά, που σηματοδοτούσαν την έναρξη του σχολείου, ήταν τόσο έντονη!

    Στην πλατεία δυο μεγαλοπρεπείς κολώνες είχαν στην κορυφή τους μεγάφωνα. Ήταν συνδεδεμένα με καλώδιο με το καφενείο του Βασίλη. Εκεί, μέσα στο καφενείο, υπήρχε μικρόφωνο και πικάπ. Παλιότερα τη δεκαετία του ‘50, όταν το ραδιόφωνο ήταν είδος πολυτελείας και σπάνιζε, υπήρχε και ραδιόφωνο στο καφενείο! Το είχε αγοράσει η Κοινότητα. Υπάρχει πρακτικό με το οποίο η Κοινότητα Παγουρίων τότε αποφάσισε να αγοράσει ραδιόφωνο και να το τοποθετήσει στο κεντρικό καφενείο! Από εδώ γινόταν σημαντικές ανακοινώσεις: Σημαντικές επισκέψεις (νομάρχης, Βουλευτές, γιατρός, κτηνίατρος, εμβολιασμοί, κινηματογράφος), ειδήσεις, πληροφορίες. Αλλά και ειδοποιήσεις για τηλεφωνήματα. Όλο το χωριό μάθαινε ποιος έχει τηλεφώνημα. Και σχεδόν το μισό χωριό άκουγε τι λεγόταν στο τηλεφώνημα. Τις Κυριακές έπαιζε και μουσική. Έτσι η πλατεία αποκτούσε μονομιάς ένα ιδιαίτερο χρώμα, είχε μια γιορταστική ατμόσφαιρα. Όταν ο καιρός ήταν καλός παρέες κοριτσιών και αγοριών έκαναν βόλτα στον κεντρικό δρόμο και οι μεγαλύτεροι σχημάτιζαν πηγαδάκια, συζητώντας ή πειράζοντας. Πολλά αγόρια έπαιζαν ποδόσφαιρο στην πλατεία, που αρχικά ήταν χωμάτινη με φυσικό γρασίδι. Για πότε στήνονταν οι δυο εστίες, με πέτρες ή κάποια σακάκια και άρχιζε το διπλό! Πόσα παπούτσια και παντελόνια σκίστηκαν εν ονόματι της τιμής της ομάδας! Πόσα γόνατα μάτωσαν, πόσα δάχτυλα πρήστηκαν, θυσία στη στρογγυλή Θεά! Αλλά κι όταν τσιμεντοστρώθηκε η πλατεία, κάπου στα 1975, και μπήκαν πλάκες πεζοδρομίου πάλι χρησίμευε για γήπεδο, αυτή τη φορά επίπεδο. Ομηρικές μάχες δίνονταν εκεί, κάποιες φορές και με τη συμμετοχή μεγαλύτερων, μερικές φορές μάλιστα με στοιχήματα ανάμεσα στις αντίπαλες ομάδες. Δεν αποκάλεσαν έτσι τυχαία το ποδόσφαιρο «βασιλιά των σπορ»!

    Τις περισσότερες Κυριακές η ποδοσφαιρική ομάδα της Πόρπης συμμετέχοντας στο τοπικό Πρωτάθλημα έδινε αγώνες. Αν δεν υπήρχε πρωτάθλημα κανονιζόταν φιλικά ματς με άλλο χωριό. Τότε τα πράγματα σοβάρευαν. Μαζεύονταν οι παίχτες, οι παράγοντες και όσοι άλλοι ενδιαφέρονταν στο καφενείο του Ξενοφώντα. Και τι δεν έχει ακούσει το καφενείο αυτό! Τακτικές, σχέδια, οργάνωση, δηλώσεις, καβγάδες, διαφωνίες, συνθέσεις της ομάδας … Ένα επιτελείο στήνονταν εκεί πριν αλλά και μετά τη «μάχη». Γιατί και μετά το τέλος των αγώνων εκεί γινόταν ο απολογισμός: θριαμβολογίες ή παράπονα για τη διαιτησία, κριτική των παικτών, παρατηρήσεις. Και πειράγματα, πολλά πειράγματα. Πλάκες όμορφες αλλά κι άγαρμπες…

Δερμαν 3

    Αλλά τις Κυριακές, εκτός από το ποδόσφαιρο, μια αγαπημένη συνήθεια ήταν η επίσκεψη σε σπίτια συγγενικών προσώπων. Ήταν μια ευκαιρία τη μέρα αυτή να δει κανείς και να κουβεντιάσει με αγαπημένα πρόσωπα, να πει και να μάθει νέα. Οι επισκέψεις παλιά ήταν εύκολες. Δεν υπήρχε πρωτόκολλο: ούτε ανάγκη να ειδοποιήσεις ή να πας κάποιο δώρο. Οι αυλές όλες ήταν ανοιχτές και έμπαινες εύκολα σε άλλο σπίτι. Το καλό φαγητό, συνήθως κάποιο κρεατικό, τις Κυριακές γινόταν. Τότε σφάζαμε κάποιο κοτόπουλο που το συλλαμβάναμε μετά από αρκετό τρέξιμο στην αυλή ή αγοράζαμε λίγο κρέας από την Καλλίστη, μιας και στην Πόρπη δεν στέριωσε ποτέ κρεοπωλείο. Εκεί γύρω από το μεσημεριάτικο Κυριακάτικο τραπέζι ξετυλίγονταν όμορφες συζητήσεις και γλύκαιναν οι οικογενειακές στιγμές.

      Στις γιορτές αλλά και σε γάμους που γίνονταν πάντα Κυριακή στήνονταν λαϊκά γλέντια. Με λίγα μέσα. Ένα, το πολύ δυο όργανα συνήθως και πολύ κέφι. Εκεί, στην πίστα ξεδιπλώνονταν μεράκια και καημοί. Ανομολόγητοι έρωτες, κρυφές επιθυμίες, ντέρτια αλλά και χαρά κι ενθουσιασμός ανακατεύονταν σ’ ένα κράμα, μαζί με το ούζο ή το κρασί και γίνονταν ζεμπέκικο ή ζωναράδικο. Τα γλέντια οργανώνονταν στα ταπεινά καφενεία του χωριού ή στην αυλή των σπιτιών. Εκεί ξεδίπλωνε το ταλέντο του ο αόμματος Χρήστος Ελευθεράκης με το ακορντεόν του, εκεί σαγήνευε με τις δοξαριές του τους ακροατές του ο Κοτάς, κοντούλης, πολύ μελαχρινός (για να το πω κομψά) κι αλλήθωρος, αλλά μάγευε πραγματικά με τις δοξαριές του! Εκεί ενθουσίαζε με τη γκάιντα του ο Σταθάκης, παίζοντας το κατεξοχήν θρακιώτικο όργανο και εκεί έπαιζε όρθιος με το ένα πόδι πάνω στην καρέκλα ο κυρ Μήτσος Μαστοράκης τη λύρα του.

    Σήμερα οι ιδιοκτήτες των κέντρων προσκαλούν τους οργανοπαίχτες και τους προσφέρουν σεβαστή χρηματική αμοιβή. Τα παλιά όμως χρόνια οι μουσικοί του τόπου πρότειναν στους καφετζήδες να παίζουν στο καφενείο τους χωρίς καμιά αποζημίωση. Ο καφετζής δεν χρειαζόταν να το πολυσκεφτεί γιατί δεν απαιτούνταν ιδιαίτερες προετοιμασίες για να οργανωθεί το γλέντι. Μια επίσκεψη στο παντοπωλείο ήταν αρκετή, για να εφοδιαστεί το καφενείο με λουκούμια, φλόκες, βανίλια και αναψυκτικά. Τραπέζια δεν υπήρχε ανάγκη να βρεθούν, γιατί δεν είχαν καμιά χρησιμότητα. Το κοινό ήθελε μόνο καρέκλες ή εν ανάγκη πάγκους για να καθίσει και τίποτα περισσότερο. Έπαιρνε στο χέρι καθένας τη φλόκα του ή το αναψυκτικό του και απολάμβανε τα δρώμενα. Στα τελευταία καθίσματα θρονιαζόντουσαν οι “ακίνητοι” δηλαδή οι πιο ηλικιωμένοι και όσοι δεν ήξεραν να χορεύουν. Κοντά στην πίστα άραζαν οι γλεντζέδες, οι μερακλήδες, οι χορευταράδες. Οι πιο θερμόαιμοι απ’ αυτούς δεν κάθονταν ποτέ αλλά χόρευαν ασταμάτητα.

      Σ’ αυτά τα γλέντια, σε χαρές και γάμους στα οποία έρχονταν νέοι κι από άλλα χωριά γίνονταν η ουσιαστική γνωριμία κοριτσιών- αγοριών. Εδώ ανταλλάσσονταν φλογερές ματιές και υπαινιγμοί. Εδώ, όμως, γίνονταν και η μύηση των νέων στο γλέντι και στη σημειολογία του. Μάθαιναν οι νέοι από τους παλιούς τα του γλεντιού. Χόρευαν οικογενειακά ή ανά παρέα, δίνονταν οι λεγόμενες «παραγγελιές», που έπρεπε να τις σέβονται όλοι, υπήρχε τέλος πάντων ένα τυπικό. Μερικές φορές τα αίματα άναβαν, κυρίως με επισκέπτες από άλλα χωριά που μεθούσαν ή ήθελαν να κάνουν τους μάγκες. Κι εδώ υπήρχε μια συλλογική τιμή, η τιμή του χωριού που έπρεπε να την υπερασπιστούν οι πιο αντρειωμένοι, δέρνοντας όποιον προκαλούσε!

     Οι Κυριακές του Καλοκαιριού, πάλι, ήταν ξεχωριστή κατηγορία. Μέσα στη θερινή ραστώνη δεν διέφεραν και πολύ από τις καθημερινές, για τα παιδιά ήταν σχεδόν κάθε μέρα Κυριακή. Ίσως μόνο στο θέμα της δουλειάς διέφεραν, γιατί τη μέρα αυτή ξεκουράζονταν από το μόχθο της καθημερινής δουλειάς οι εργαζόμενοι, ενώ τα βράδια υπήρχε πυκνή προσέλευση στο καφενείο  του χωριού που στην περίπτωση αυτή γίνονταν ταβέρνα. Για πολλά χρόνια, μάλιστα, όταν λειτουργούσε κάτω από την εποπτεία του Γιώργου και της Χρυσάνας Κοντονικολάου τα ονομαστά σουβλάκια της Πόρπης απέκτησαν το δικό τους φανατικό κοινό, προσελκύοντας επισκέπτες όχι μόνο από το Νομό Ροδόπης αλλά κι από τη γειτονική Ξάνθη, κι ακόμη μακρύτερα κάποιες φορές. Ήταν τέτοια η αίγλη και η δυναμική του μαγαζιού αυτού που χρειάζεται ιδιαίτερο αφιέρωμα για την περιγραφή του. Το καφενείο του Ξενοφώντα γνώρισε πολύ μεγάλες στιγμές και όλη η νεολαία της Πόρπης- τα αγόρια ιδιαίτερα- έζησαν πολλές και  όμορφες στιγμές εκεί!

μικρ εγκατάσταση 69

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Twitter

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Twitter. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s

Website Powered by WordPress.com.

ΠΑΝΩ ↑

Αρέσει σε %d bloggers: