«κατσιούλ – κατά»

μια ιστοριούλα από τη Βουλγαρική κατοχή

    του Στέφανου Ελευθεράκη

   Όπως ξέρετε, οι Βούλγαροι κατακτητές συμπεριφέρονταν πολύ βάναυσα στους συγχωριανούς μας. Με το παραμικρό κι αναιτιολόγητα πολλές φορές, ξυλοκοπούσαν άγρια όποιον έβαζαν στο μάτι, μεγάλο ή μικρό. Επομένως, φυσικό ήταν να θέλουν να εκδικηθούν οι Πορπιώτες για όσα δεινά υπέμεναν. Ένας συγχωριανός λοιπόν, ο Αντώνης Ουρλάκης, γεννημένος το 1933, επομένως στην Κατοχή ήταν από 8-11 χρονών παιδάκι, αποφάσισε να δράσει. Ο αδερφός του Δημήτρης, 9 χρόνια μεγαλύτερός του,  είχε δαρεί ανηλεώς από τους Βούλγαρους, που τον είχαν σακατέψει. Ήταν λοιπόν φυσικό ο μικρός Αντώνης να θέλει να πάρει το αίμα του πίσω. Πώς όμως; Με ποιον τρόπο μπορούσε να τα βάλει με τους κατακτητές; Με ποιαν υποστήριξη; Άλλωστε εκτός του ότι ήταν μικρός δεν τον ευνοούσε και το μπόι του.  Είχε βέβαια νεύρο αλλά κοντούλης κι αδύναμος όντας, δεν μπορούσε να απειλήσει με τη φυσική παρουσία του. Στη γειτονιά του έμεναν αρκετές βουλγαρικές οικογένειες με μικρά παιδάκια, όπως έμεναν και σ’ όλη την Πόρπη, μικρότερα από το μικροκαμωμένο Αντώνη. Τα είχε ταράξει, λοιπόν, στη φοβέρα.

    Ένα από τα αγαπημένα αυτοσχέδια παιχνίδια των παιδιών της εποχής ήταν τα λεγόμενα «σουουτάκια», ένα είδος τόξου φτιαγμένο από ιτιά (σουούτ στα τουρκικά). Η ιτιά έχει ιδιαίτερα ευλύγιστα κλωνάρια. Μ’ ατά έκαναν τοξάκια και βελάκια. Έτσι, κρυμμένος σημάδευε τα ανύποπτα βουλγαράκια που έπαιζαν ή περνούσαν αμέριμνα από κοντά του. Φορούσε, επίσης, ένα είδος σκούφιας για να κρύβονται τα χαρακτηριστικά του, μια κουκούλα που και τον έκρυβε και τον έκανε πιο φοβερό. Άρπαζε κανένα παλούκι και κρυβόταν προσμένοντας την κατάλληλη ευκαιρία. Ήξερε μάλιστα βρισιές στα βουλγάρικα και μόλις τα αντάμωνε στο δρόμο, κοιτώντας προσεκτικά μην τον δει κανένας γονιός τους, τα «χούγιαζε» άγρια. Αυτά έπαιρναν τέτοιο φόβο που το έβαζαν στα πόδια κι έτρεχαν να κρυφτούν. Ήταν τέτοιος ο φόβος κι η τρομάρα των μικρών βουλγαρόπουλων που τρέχοντας φώναζαν στη γλώσσα τους: «κατσιούλ- κατά, κατσιούλ- κατά» (σε ελεύθερη μετάφραση: έρχεται ο κουκουλοφόρος (κατσούλα=κουκούλα). Ήταν κι αυτό ένα είδος Αντίστασης.

 

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Twitter

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Twitter. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s

Website Powered by WordPress.com.

ΠΑΝΩ ↑

Αρέσει σε %d bloggers: