του Βασίλη X. Ριτζαλέου
Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Βοϊράνη, τεύχος 27, έτος 1996
Ο ξεριζωμός από την Ανατολική Θράκη και η εγκατάσταση στον Άγιο Αθανάσιο – Μπόργιανη
«Ανακοινώστε, παρακαλώ, προς τους πληρεξούσιους των Θρακιωτών ότι η Ανατολική Θράκη χάθηκε δυστυχώς για την Ελλάδα και επανέρχεται στην άμεση κυριαρχία της Τουρκίας. Είμαστε υποχρεωμένοι να εκκενώσουμε αμέσως τη Θράκη.
Ολόκληρη η προσπάθειά μας στρέφεται στη σωτηρία των Θρακιωτών, αν και χάνουμε τη Θράκη…
Όσο τραγικό και αν είναι, υπάρχει ανάγκη να εγκαταλείψουν οι Θρακιώτες τη γη, που κατοικούν από τόσους αιώνες οι ίδιοι και οι προγονοί τους, καθώς δεν υπάρχει άλλο μέσο σωτηρίας γι’ αυτούς μετά την επιστροφή των Τούρκων στην Ευρώπη…»
(Τηλεγράφημα του Ελευθερίου Βενιζέλου προς τους Θρακιώτες στις 25 Σεπτεμβρίου 1922)
Είχαν περάσει μόλις δύο χρόνια από την απελευθέρωση της Ανατολικής Θράκης από τον ελληνικό στρατό…
Κοινή αντίληψη και μία φωνή ήταν πια το γενικό σύνθημα: Να φύγουμε!
Ο στρατός μας θα αποχωρούσε μέχρι της 7 Οκτωβρίου 1922 από την περιφέρεια της Κεσσάνης στην ανατολική πλευρά του ποταμού Έβρου – αλλά οι Θρακιώτες αγωνίζονταν να περισυλλέξουν γρήγορα ό,τι μπορούσε να μεταφερθεί, είτε με τα πλοία από τον κόλπο του Ξηρού είτε με τις βοϊδάμαξες.
Οι κάτοικοι του χωριού Χατζηγίρι (μετονομάστηκε σε Γύρνα από τις ελληνικές αρχές το 1920 και σήμερα ονομάζεται Χατζή-κιοί, κατοικούμενο από Τούρκους πρόσφυγες της Βουλγαρίας) φορτώνουν τους αραμπάδες με λιγοστά υπάρχοντα και συγκεντρώνουν τα κοπάδια.
Ετοιμάζονται να φύγουν κατά ομάδες. Οι 300 – 350 ελληνικές οικογένειες είναι ανάστατες. Κάποιοι καλούν συγγενείς τους από τα γειτονικά χωριά Μάλτεπε, Μπασίκι, Μπεϊντίκι, Κορτζίκι.
Περνούν με συγκίνηση για τελευταία φορά το κατώφλι της εκκλησίας της Παναγίας και άλλοι πηγαίνουν στο μοναστήρι με τους καλόγερους για ένα τελευταίο κερί. Λυπημένοι αποχαιρετούν τα κλειδωμένα σπίτια στους έρημους πια μαχαλάδες και την πλατεία τους, «το Μεσοχώρι», όπου έκαναν πανηγύρι με χορό και θρακιώτικα τραγούδια, ανήμερα το Δεκαπενταύγουστο, για να τιμήσουν την Παναγία…
Στέλνουν ένα τελευταίο αντίο και στο υποτυπώδες σχολείο που λειτουργούσε στο χωριό, αν και οι περισσότεροι δε γνώριζαν γράμματα. Στα χρόνια του αγώνα ενάντια στη βουλγαρική προπαγάνδα, στις αρχές του αιώνα, η εκκλησία και τα σχολεία στήριξαν τον αγώνα του ελληνισμού για τη διατήρηση της εθνικής τους ταυτότητας.
Έξω από το χωριό αποχαιρετούν και τον κάμπο, όπου καλλιεργούσαν σιτηρά και σουσάμι και βοσκούσαν τα κοπάδια τους. Οι πλούσιοι έμποροι της Κεσσάνης αδελφοί Εξηντάρη έπαιρναν τα σιτηρά για τις ανάγκες του ατμόμυλου τους (στην περιοχή της Κεσσάνης υπήρχαν 40 ανεμόμυλοι και ατμόμυλοι!), ενώ μέρος της παραγωγής του μαλλιού εξαγόταν στις ευρωπαϊκές αγορές.
Ο Υποδιοικητής Αρκαδιουπόλεως Λέφας γράφει: «οι πρόσφυγες σχηματίζοντας καραβάνια διασχίζουν την περιφέρεια με διεύθυνση προς τον Έβρο, ενώ μένουν εκτεθειμένοι στον άγριο άνεμο και τη βροχή του φθινοπώρου…».
Τα φουσκωμένα νερά του Έβρου κάνουν δύσκολη και περιπετειώδη την πορεία, αλλά η ελπίδα της σωτηρίας τους δίνει νέο κουράγιο, για να φτάσουν στις Φέρρες…
Όπως και οι υπόλοιποι πρόσφυγες, οι Χατζηριώτες θα χωριστούν σε μικρές ομάδες, ακολουθώντας συνήθως άτομα που έχουν κύρος στη μικρή κοινότητα και γνωρίζουν θετικές πληροφορίες για εύφορες περιοχές στη νέα πατρίδα.
…………………….
Οι υπόλοιπες οικογένειες του χωριού εγκαταστάθηκαν στα Πηγάδια και στο Εράσμιο του νομού Ξάνθης, στο Ερατεινό Χρυσουπόλεως και πέντε – έξι οικογένειες στη Νικοτσάρα Δράμας.
Ευχαριστώ θερμά το θείο μου Χρυσόστομο Ριτζαλέο και τη θεία μου Ερμιόνη Ριτζαλέου για τις πολύτιμες πληροφορίες για την «πατρίδα».
Βασίλης X. Ριτζαλέος